Παρασκευή 12 Ιανουαρίου 2018

[Η γυναίκα στον «Πατέρα» του Στρίντμπεργκ] (μτφ. Νίκος Γκάτσος, εκδ. Πατάκη, 2000)

.............................................................




   Αύγουστος Στρίντμπεργκ (1849 - 1912)



  Η γυναίκα  στον «Πατέρα» του Στρίντμπεργκ


(μτφ. Νίκος Γκάτσος, εκδ. Πατάκη, 2000)



-         Από την Α’ Πράξη


              
              Η σύζυγος (Λάουρα)



   …ΛΑΟΥΡΑ

   Ξέρετε… υπάρχουν πολλές φορές σε μια οικογένεια πράγματα που η ευθύνη κι η αξιοπρέπεια σε αναγκάζουν να τα κρύβεις από τον κόσμο.

   ΓΙΑΤΡΟΣ

   Ναι, αλλά όχι και από το γιατρό.

   ΛΑΟΥΡΑ

   Φυσικά. Και γι’ αυτό ακριβώς, όσο κι αν μου είναι δύσκολο, αισθάνομαι ότι έχω το καθήκον να σας εμπιστευθώ από την αρχή ολόκληρη την αλήθεια.

   ΓΙΑΤΡΟΣ

   Δε νομίζετε πως θα ‘ταν καλύτερα να περιμένουμε και τον ίλαρχο;

   ΛΑΟΥΡΑ

   Όχι, όχι. Πρέπει να σας μιλήσω πριν τον γνωρίσετε.

   ΓΙΑΤΡΟΣ

   Μα τότε θα πρόκειται για τον ίδιο.

   ΛΑΟΥΡΑ

   Ναι, γιατρέ. Ο άντρας μου δεν είναι καλά.

   ΓΙΑΤΡΟΣ

   Λυπούμαι που το ακούω κυρία μου. Αλλά, ό,τι και να συμβαίνει, σας παρακαλώ να μου έχετε εμπιστοσύνη. Θα κάμω το παν για να σας βοηθήσω.

   ΛΑΟΥΡΑ (βγάζει το μαντίλι της)

   Το μυαλό του, γιατρέ. Έχει πειραχτεί το μυαλό του. (Με λυγμούς.) Τώρα πια ξέρετε την αλήθεια. Σε λίγο που θα τον δείτε, θα κρίνετε μόνοι σας.

   ΓΙΑΤΡΟΣ

   Σοβαρά μου το λέτε; Μού φαίνεται απίστευτο. Έχω διαβάσει τις θαυμάσιες ορυκτολογικές μελέτες του Ίλαρχου, και σας βεβαιώνω ότι είναι γραμμένες από άνθρωπο εντελώς ισορροπημένο. Σπάνια έχω συναντήσει τέτοια λογική και τέτοια σαφήνεια.

   ΛΑΟΥΡΑ

   Νομίζετε, γιατρέ; Λέτε να ‘χουμε κάνει λάθος όλοι εμείς, οι στενοί συγγενείς του, που ζούμε κάθε μέρα κοντά του. Αχ, δεν ξέρετε πώς θα το ευχόμουνα!...





   ΜΑΡΓΚΡΕΤ (η γριά παραμάνα)



   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Τι ‘ναι κυρά μου; Έχεις να μου πεις τίποτα;

   ΜΑΡΓΚΡΕΤ

   Καλέ μου κύριε Άντολφ, ακούστε με…

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Πες μου, Μάργκρετ! Σ’ ακούω. Είσαι ο μόνος άνθρωπος που μπορώ ν’ ακούω σ’ αυτό το σπίτι χωρίς να εκνευρίζομαι.

   ΜΑΡΓΚΡΕΤ

   Κύριε… Άντολφ… Δε θα μπορούσατε να κάνετε κι εσείς μια μικρή υποχώρηση και να συνεννοηθείτε με την κυρία για το παιδί; Μητέρα είναι κι αυτή – μην το ξεχνάτε.

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Δεν το ξεχνάω, Μάργκρετ! Αλλά κι εγώ είμαι πατέρας.

   ΜΑΡΓΚΡΕΤ

   Ω! Ένας πατέρας έχει τόσα πράγματα στη ζωή του! Μια μητέρα δεν έχει τίποτ’ άλλο από το παιδί της…

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Φυσικά!  Εκείνη έχει μόνο ένα βάρος στην πλάτη της, ενώ εγώ έχω τρία. Χωρίς να λογαριάζω βέβαια και την ίδια. Σκέφτηκες, Μάργκρετ, ποτέ σου τι θα μπορούσα να ‘μουνα αν δεν είχα αυτή και το παιδί; Νομίζεις ότι θα σπαταλούσα τα ωραιότερα χρόνια μου στο στρατό και δε θα κοίταζα να κάμω κάτι καλύτερο;

   ΜΑΡΓΚΡΕΤ

   Ναι, μα εγώ δεν ήρθα να σας μιλήσω γι’ αυτό, κύριε Άντολφ.

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Το ξέρω. Εσύ ήρθες να μου πεις ότι έχω άδικο; - δεν είν’ έτσι;

   ΜΑΡΓΚΡΕΤ

   Μα εγώ θέλω το καλό σας – δεν το πιστεύετε;

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Το πιστεύω Μάργκρετ. Αλλά δεν ξέρεις ποιο είναι το καλό μου. Εμένα δε μου φτάνει ότι έφερα στον κόσμο ένα παιδί. Θέλω να κάνω γι’ αυτό ό,τι καλύτερο μπορεί να κάνει ένας άνθρωπος. Να του δώσω τη σκέψη μου, τα ιδανικά μου, τον εαυτό μου ολόκληρο. Το καταλαβαίνεις;

   ΜΑΡΓΚΡΕΤ

  

   Εγώ αυτά δεν τα ξέρω. Εκείνο που θέλω να σας πω είναι να συνεννοηθείτε με την κυρία. Τα παραπέρα κανονίστε τα μόνος σας.

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Αχ, Μάργκρετ! Δεν είσαι πια με το μέρος μου!

   ΜΑΡΓΚΡΕΤ

   Για μένα το λέτε αυτό, κύριε Άντολφ; Πιστεύετε ότι θα μπορούσα ποτέ να ξεχάσω τον καιρό που σας βύζαινα και σας κρατούσα μωρό στην αγκαλιά μου; Αληθινά το πιστεύετε;

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Όχι, καλή μου Μάργκρετ! Ούτε κι εγώ το ξέχασα. Στάθηκες σαν μητέρα για μένα. Και πριν αλλάξουν τα πράγματα μ’ έβλεπες σαν αληθινό σου παιδί κι έπαιρνες πάντα το μέρος μου. Μα τώρα που σε χρειάζομαι περισσότερο από κάθε άλλη φορά – τώρα μ’ αφήνεις και πας με τον εχθρό.

   ΜΑΡΓΚΡΕΤ

   Τον εχθρό;

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Ναι, Μάργκρετ, τον εχθρό! Ξέρεις πολύ καλά τι γίνεται δω μέσα. Τα έχεις δει όλα, τα έχεις όλα ακούσει! Όλα – από την αρχή ως το τέλος.

   ΜΑΡΓΚΡΕΤ

   Ναι, τα έχω δει όλα, όλα τα ξέρω. Αλλά γιατί, Θεέ μου, δυο άνθρωποι να βασανίζουν ο ένας τον άλλο; Δυο άνθρωποι που για όλους τους άλλους είναι τόσο καλοί; Η κυρία δε φέρνεται ποτέ έτσι, ούτε σε μένα ούτε και σε κανέναν άλλο.

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Το ξέρω. Μόνο σε μένα. Και σ’ το λέω, Μάργκρετ! Αν μ’ αφήσεις μόνο μου αυτή τη στιγμή, θα κάνεις τη μεγαλύτερη αμαρτία. Κάτι ετοιμάζουν πίσω από την πλάτη μου – είμαι βέβαιος, το αισθάνομαι. Κι αυτός ο καινούργιος γιατρός δεν ήρθε εδώ για καλό.

   ΜΑΡΓΚΡΕΤ

   Αχ, κύριε Άντολφ! Όλο στο κακό πάει ο νους σας. Και ξέρετε γιατί; Γιατί δεν έχετε βρει την αληθινή πίστη…

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Ενώ εσύ κι οι πρεσβυτεριανοί σου την έχετε βρει. Είσαστε τυχεροί μα την αλήθεια!

   ΜΑΡΓΚΡΕΤ (με αυστηρή φωνή)

   Δεν ξέρω αν είμαι τυχερή, αλλ’ από σας είμαι πιο ευτυχισμένη, κύριε Άντολφ. Αν αγαπούσατε κι εσείς τον πλησίον σας, κι αν ήταν η καρδιά σας πιο ταπεινή, να ξέρετε ότι ο Θεός θα ‘στελνε και σε σας την ευλογία Του….



   Η κόρη (Βέρθα)

…ΙΛΑΡΧΟΣ

   Καλά. Και πιστεύεις ότι υπάρχουν πνεύματα;

   ΒΕΡΘΑ

   Δεν ξέρω.

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Εγώ όμως ξέρω. Και σου λέω ότι πνεύματα δεν υπάρχουν.

   ΒΕΡΘΑ

   Μα η γιαγιά λέει ότι εσύ δεν καταλαβαίνεις απ’ αυτά. Λέει ότι κάνεις κάτι πολύ χειρότερο, κι ότι κοροϊδεύεις τον κόσμο λέγοντας ότι βλέπεις τι γίνεται σ’ άλλους πλανήτες, πολύ μακριά από δω…

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Μπα; Και τι άλλο λέει η γιαγιά σου;

   ΒΕΡΘΑ

   Λέει ότι δεν μπορείς να κάνεις μάγια.

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Ποτέ μου δεν είπα ότι μπορώ. Ξέρεις τι είναι οι μετεωρίτες; Είναι πέτρες που πέφτουν στη γη από άλλα ουράνια σώματα. Το μόνο λοιπόν που μπορώ να κάμω είναι να εξετάσω αυτούς τους μετεωρίτες και να δω αν έχουν τα ίδια στοιχεία που συναντάμε στη γη μας.

   ΒΕΡΘΑ

   Η γιαγιά λέει ότι υπάρχουν πράγματα που εκείνη τα βλέπει κι εσύ δεν μπορείς να τα δεις.

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Τότε η γιαγιά σου λέει ψέματα.

   ΒΕΡΘΑ

   Η γιαγιά δε λέει ποτέ ψέματα.

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Γιατί ‘σαι τόσο σίγουρη; Πού το ξέρεις;

   ΒΕΡΘΑ

   Αν λέει ψέματα η γιαγιά, τότε κι η μαμά λέει ψέματα.

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Χμ!

   ΒΕΡΘΑ

   Αν πεις ότ’ η μαμά λέει ψέματα, δε θα πιστέψω ούτε μια λέξη απ’ όσα μου λες!

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Ποτέ μου δεν είπα τέτοιο πράγμα. Και γι’ αυτό θέλω να με πιστέψεις όταν σου πω ότι για το δικό σου καλό πρέπει να φύγεις από δω μέσα. Τι λες; Θα σ’ άρεσε να πας στην πρωτεύουσα – να μάθεις εκεί κάτι χρήσιμο; Κάτι που θα σε βοηθήσει αργότερα στη ζωή σου;

   ΒΕΡΘΑ

   Αχ, ναι! Δεν ξέρεις πώς θα το ‘θελα! Να φύγω… να πάω στην πρωτεύουσα… ή όπου αλλού… όπου να ‘ναι! Μόνο που θα ‘θελα να σε βλέπω καμιά φορά – πολλές φορές, όσο πιο συχνά γίνεται!  Αυτό το σπίτι είναι μελαγχολικό και βαρύ σαν μαύρη χειμωνιάτικη νύχτα! Μονάχα όταν μπαίνεις εσύ εδώ μέσα, πατέρα, αλλάζουν ξαφνικά όλα – κι είναι σαν ανοιξιάτικο πρωινό που ανοίγουν τα παράθυρα κι η κάμαρα πλημμυρίζει από ήλιο!

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Παιδί μου! Αγαπημένο μου παιδί!

   ΒΕΡΘΑ

   Όμως, πατέρα, πρέπει να είσαι καλός με τη μητέρα – τ’ ακούς; Δε θέλω να τη βλέπω να κλαίει…

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Χμ!... Ώστε λοιπόν θα σ’ άρεσε να πας στην πρωτεύουσα;

   ΒΕΡΘΑ

   Ω, ναι! Δεν ξέρεις πόσο θα το ‘θελα!

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Κι αν η μητέρα σου πει όχι;

   ΒΕΡΘΑ

   Ω, δε θα το πει! Δεν πρέπει να το πει!

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Ναι, αλλά αν το πει;

   ΒΕΡΘΑ

   Τότε – ξέρω κι εγώ; Αλλά δεν πρέπει να το πει! Πρέπει να μ’ αφήσει να φύγω!

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Θα της πεις να σ’ αφήσει;

   ΒΕΡΘΑ

   Όχι, όχι, εσύ να της το πεις! Να της το φέρεις με τρόπο! Εμένα δε θα μ’ ακούσει!

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Χμ! Αν το θέλεις κι εσύ κι εγώ, κι αυτή επιμένει να λέει όχι – τότε τι θα γίνει;

   ΒΕΡΘΑ

   Ε, τότε τα βάσανά μας θ’ αρχίσουν πάλι από την αρχή! Γιατί όμως, πατέρα, εσύ κι η μητέρα - ;

   ΛΑΟΥΡΑ (Μπαίνοντας)

   Α, εδώ είναι η Βέρθα; Τι θα ‘λεγες να ρωτήσουμε και την ίδια, πριν αποφασίσουμε για το μέλλον της;…  



    Η σύζυγος (Λάουρα)



  …ΛΑΟΥΡΑ

  Για τον πατέρα δε με νοιάζει καθόλου!

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Μπα; Και γιατί;

   ΛΑΟΥΡΑ

   Γιατί η μητέρα είναι πιο κοντά στο παιδί. Εσύ δε μου ‘πες πρωτύτερα ότι για τον πατέρα ποτέ δεν μπορεί κανείς να ‘ναι σίγουρος;

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Αυτό τι σχέση έχει με μας;

   ΛΑΟΥΡΑ

   Έχει και παραέχει! Δεν ξέρεις αν είσαι ο πατέρας της Βέρθας.

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Δεν ξέρω;

   ΛΑΟΥΡΑ

   Πώς μπορείς να ξέρεις κάτι που δεν το ξέρει κανείς;

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Αστειεύεσαι τώρα;

   ΛΑΟΥΡΑ

   Καθόλου. Χρησιμοποιώ τα διδάγματά σου. Άλλωστε, πού ξέρεις αν δεν σου ‘κανα απιστίες;

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Πολλά μπορώ να πιστέψω για σένα – αυτό όμως όχι. Αλλά κι αλήθεια να ήτανε, δε θα καθόσουν τώρα να μου το ‘λεγες.

   ΛΑΟΥΡΑ

   Κι αν υποθέσουμε ότι είμαι έτοιμη να υποστώ τα πάντα – τον εξευτελισμό, την ντροπή, την κοινή περιφρόνηση – για να μπορέσω να κρατήσω κοντά μου την κόρη μου; Κι ότι έλεγα την αλήθεια όταν σου ‘πα πρωτύτερα πως η Βέρθα είναι δικό μου παιδί αλλά όχι και δικό σου; Αν υποθέσουμε –

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Α! Φτάνει πια!

   ΛΑΟΥΡΑ

   Αν υποθέσουμε – είπα. Καταλαβαίνεις τότε τι γίνεται; Τα δικαιώματά σου πάνε όλα περίπατο!

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Αν μπορείς ν’ αποδείξεις ότι δεν είμ’ ο πατέρας της – τότε μάλιστα!

   ΛΑΟΥΡΑ

   Δεν πιστεύω να ‘ναι δύσκολο. Τι λες; Θες να δοκιμάσω;…     



         Από τη Β’ Πράξη




         Η σύζυγος (Λάουρα)



    …ΙΛΑΡΧΟΣ

   Δε σου ζητώ τίποτε περισσότερο από την ψυχική μου γαλήνη. Βγάλε από μέσα μου τις αμφιβολίες και σου υπόσχομαι να εγκαταλείψω τον αγώνα.

   ΛΑΟΥΡΑ

   Ποιες αμφιβολίες;

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Για τον πατέρα της Βέρθας.

   ΛΑΟΥΡΑ

   Καλά, υπάρχει αμφιβολία γι’ αυτό;

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Ναι. Για μένα υπάρχει. Υπάρχει – κι είσαι συ που την έβαλες στο μυαλό μου.

   ΛΑΟΥΡΑ

   Εγώ;

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Ναι. Έσταξες σαν αργό δηλητήριο τη θανατερή υποψία στο αίμα μου, για να βρει εκεί μέσα το κατάλληλο έδαφος και να θεριέψει και να γίνει βραχνάς. Απάλλαξέ με απ’ την αμφιβολία, μίλα μου απλά και ειλικρινά, πες μου όλη την αλήθεια – και σου υπόσχομαι  να σε συγχωρέσω.

   ΛΑΟΥΡΑ

   Δεν πρόκειται να ομολογήσω κάτι που δεν έκανα.

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Μα γιατί φοβάσαι; Αφού ξέρεις ότι δε θα το πω πουθενά. Δεν κάθεται ένας άντρας να κάνει βούκινο την ντροπή του για να γελάει ο κόσμος.

   ΛΑΟΥΡΑ

   Αν σου έλεγα πως δεν είν’ αλήθεια, δε θα με πίστευες. Αν σου ‘λεγα όμως πως είν’ αλήθεια, θα με πίστευες. Τι περίεργο! Θα ‘λεγε κανείς πως αυτό εύχεσαι κατά βάθος.

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Ναι, ναι. Τ’ ομολογώ. Έχεις δίκιο. Αλλά δεν είναι περίεργο. Γιατί το δεύτερο εύκολα θα μπορούσες να τ’ αποδείξεις. Πώς όμως θα μπορούσες ν’ αποδείξεις το πρώτο;

   ΛΑΟΥΡΑ

   Βασίζεσαι πουθενά για τις υποψίες σου;

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Και ναι και όχι.

   ΛΑΟΥΡΑ

   Κατάλαβα ποιο είναι το σχέδιό σου. Πας ν’ αποδείξεις ότι είμαι ένοχη, για να με βγάλεις από τη μέση και να μείνεις μόνος σου με τη Βέρθα. Αλλά μην κάνεις όνειρα, γιατί εγώ δεν πέφτω σε τέτοια παγίδα.

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Και φαντάζεσαι ότι θα ‘χα όρεξη να φορτωθώ στην πλάτη μου το παιδί ενός άλλου, αν ήξερα πραγματικά ότι δεν είναι δικό μου; Σοβαρά το φαντάζεσαι;

   ΛΑΟΥΡΑ

   Καθόλου. Το αντίθετο ίσα ίσα φαντάζομαι. Και χαίρομαι που το παραδέχτηκες, γιατί έτσι φάνηκε καθαρά το ψέμα που ‘πες πρωτύτερα, όταν είπες πως θα με συγχωρέσεις.

   ΙΛΑΡΧΟΣ (σηκώνεται)

   Λάουρα – μη μ’ αφήνεις να τρελαθώ! Βοήθησέ με! Προσπάθησε να με καταλάβεις! Αν το παιδί δεν είναι δικό μου, τότε δεν έχω κανένα δικαίωμα στη ζωή του – ούτε και θέλω να έχω. Αυτό δε ζητάς και συ; Τι άλλο μπορείς να ζητάς; Εκτός… Εκτός αν έβαλες στο μυαλό σου κάτι πολύ χειρότερο, κάτι που τρομάζω και να το σκέφτομαι… Να ‘χεις δικό σου το παιδί, και να ‘χεις από πάνω και μένα, για να σας τρέφω και να σας συντηρώ!

   ΛΑΟΥΡΑ

   Ναι. Θέλω το παιδί δικό μου, μόνο δικό μου – καταλαβαίνεις; Θέλω να το εξουσιάζω εγώ – εγώ και κανένας άλλος! Για τι άλλο λοιπόν γίνεται ο θανάσιμος τούτος αγώνας, αν όχι για εξουσία και δύναμη;…





         Η κόρη (η Βέρθα)



   …ΒΕΡΘΑ (Έρχεται κοντά του)

     Πατέρα! Είσαι άρρωστος;

   ΙΛΑΡΧΟΣ (Σηκώνει τα μάτια του και την κοιτάζει.)

   Εγώ; Άρρωστος;

   ΒΕΡΘΑ

   Ξέρεις τι έκανες; Το ξέρεις ότι πέταξες τη λάμπα πάνω στη μητέρα;

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Αλήθεια;

   ΒΕΡΘΑ

   Ναι! Σκέψου να της άνοιγες το κεφάλι!

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Ε, κι έπειτα;

   ΒΕΡΘΑ

   Πώς κι έπειτα; Δεν μπορεί να ‘σαι πατέρας μου και να λες τέτοια πράγματα!

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Τι είπες; Δεν είμαι πατέρας σου; Και τι ξέρεις εσύ; Ποιος σου το είπε; Και ποιος ειν’ ο πατέρας σου, αν δεν είμ’ εγώ; Ποιος; Για λέγε ν’ ακούσω!

   ΒΕΡΘΑ

   Εσύ, μια φορά, δεν είσαι! Δεν μπορεί να είσαι πατέρας μου!

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Επιμένεις να λες ότι δεν είμαι πατέρας σου; Ποιος είναι λοιπόν ο πατέρας σου; Φαίνεται να ξέρεις πολλά! Ποιος σου τα είπε; Έπρεπε λοιπόν να ζήσω για να τ’ ακούσω κι αυτό! Ν’ ακούσω το ίδιο μου το παιδί να λέει πως δεν είμαι πατέρας του! Μα δεν καταλαβαίνεις ότι αυτό είναι κακό και για τη μητέρα σου; Δεν καταλαβαίνεις ότι αν αυτό είν’ αλήθεια η μητέρα σου θα ‘ναι για πάντα ντροπιασμένη στα μάτια του κόσμου;

   ΒΕΡΘΑ

   Δε θέλω να πεις κακό για τη μητέρα – μ’ ακούς;

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Ε, βέβαια! Σε πήρε και σένα με το μέρος της! Και τώρα τα ‘χετε όλες μαζί μου!

   ΒΕΡΘΑ

   Πατέρα!

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Μη σ’ ακούσω να με ξαναπείς πατέρα!

   ΒΕΡΘΑ (Ξεσπάει σε λυγμούς.)

   Πατέρα! Πατέρα!

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Βέρθα, αγαπημένο μου παιδί! Ε ί σ α ι παιδί μου – δεν είσαι; Ναι, ναι δε θα μπορούσες να ήσουνα κανενός άλλου! Είσαι δική μου, δική μου! Ξέχασε αυτά που σου είπα! Ήταν αρρωστημένα όνειρα που τα ‘φερε τη νύχτα ο άνεμος, σαν τον πυρετό και την πανούκλα! Κοίταξέ με! Άσε με να βρω την ψυχή μου μέσα στα μάτια σου! Βλέπω όμως και τη δική της ψυχή εκεί μέσα! Ναι, ναι, έχεις δυο ψυχές! Κι ενώ με τη μια μ’ αγαπάς, με μισείς με την άλλη! Εγώ όμως θέλω να μ’ αγαπάς, ν’ αγαπάς μόνο εμένα! Πρέπει να ‘χεις  μ ι α  ψυχή, γιατί αλλιώς ούτ’ εσύ ούτ’ εγώ θα βρούμε ποτέ τη γαλήνη! Πρέπει να ‘χεις  μ ι α  σκέψη, γιατί είσαι γέννημα της δικής μου σκέψης! Και πρέπει να ‘χεις  μ ι α  θέληση, κι η θέληση αυτή να ξεκινάει από μένα!

   ΒΕΡΘΑ

   Όχι, όχι! Ό,τι είμαι, θέλω να είμαι εγώ και κανένας άλλος!...






       Μάργκρετ (η γριά παραμάνα)




…ΜΑΡΓΚΡΕΤ

…Κύριε Άντολφ, θυμάστε τότε που ήσασταν το καλό, το μικρό μου αγόρι, και το βράδυ σάς έβαζα στο κρεβατάκι σας, και σας σκέπαζα καλά καλά, και σας έλεγα εκείνη την προσευχή: «Θεέ μου, που αγαπάς τα παιδάκια», ε; Το θυμάστε; Θυμάστε πώς σηκωνόμουνα τη νύχτα και σας έφερνα νερό όταν διψούσατε; Και πώς άναβα το κερί και σας έλεγα όμορφα παραμύθια για να κοιμηθείτε απαλά, όταν ξυπνούσατε από κανένα κακό όνειρο; Το θυμάστε, κύριε Άντολφ;

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Μίλα μου, Μάργκρετ! Μίλα μου! Η φωνή σου με γαληνεύει, με ηρεμεί! Πες μου! Πες μου κι άλλα!

   ΜΑΡΓΚΡΕΤ

   Ναι, αλλά πρέπει και σεις να μ’ ακούτε… Θυμάστε μια φορά που πήρατε το μεγάλο μαχαίρι από την κουζίνα και θέλατε να σκαλίσετε καραβάκια; Κι όταν σας είδα, θυμάστε με τι πονηριά ήρθα κοντά σας και σας το πήρα; «Δώσ’ μου αυτό φίδι πριν σε δαγκώσει!» είπα ξαφνικά. Και τότε αφήσατε το μαχαίρι. (Του παίρνει το περίστροφο.) Θυμάστε  πόσες φορές σας έλεγα να ντυθείτε και σεις δε θέλατε; Κι εγώ άρχιζα τα γλυκόλογα και τα καλοπιάσματα, και σας έλεγα πως είχα μια χρυσή φορεσιά που θα σας έκανε ίδιο βασιλόπουλο! Και τότε έπαιρνα το ρουχαλάκι σας, που ήταν από απλό πράσινο μαλλί, και το κρατούσα μπροστά σας κι έλεγα: «Πέρασε, αγόρι μου, τα χεράκια σου στα μανίκια!». Κι ύστερα: «Στάσου τώρα να σε κουμπώσω στην πλάτη!» (Κατά τη διάρκεια αυτής της σκηνής καταφέρνει να του φορέσει το χιτώνα.) Κι έπειτα: «Σήκω και περπάτησε λίγο να δω πώς σου πάει!». (Τον οδηγεί στον καναπέ.) Και κατόπιν: «Και τώρα γρήγορα στο κρεβάτι σου!». Το θυμάστε;

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Μα τι λες; Ντυμένος έπεφτα στο κρεβάτι; - Στο διάολο! Τι μου ‘κανες, καταραμένη βρωμόγρια; (Προσπαθεί να ελευθερωθεί από το χιτώνα.) Α, σιχαμένη αλεπού! Α, δαίμονα1 Ποιος θα το ‘λεγε πως είχες τόση πονηριά μέσα σου; (Ξαπλώνεται στον καναπέ.) Πιασμένος στη φάκα! Ξεγελασμένος! Προδομένος απ’ όλους! Δεν έχω το δικαίωμα ούτε να πεθάνω!

   ΜΑΡΓΚΡΕΤ

   Συχωρέστε με, κύριε Άντολφ! Συχωρέστε με, σας παρακαλώ! Μα δεν μπορούσα να σας αφήσω να σκοτώσετε το καημένο το παιδί!

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Γιατί δε μ’ άφησες να το κάνω; Η ζωή είναι μια κόλαση κι ο θάνατος η Βασιλεία των Ουρανών! Και τα παιδιά ανήκουν στον ουρανό!

   ΜΑΡΓΚΡΕΤ

   Και τι ξέρετε σεις για τον ουρανό και την άλλη ζωή;

   ΙΛΑΡΧΟΣ

   Είναι το μόνο που πραγματικά ξέρουμε! Για τη ζωή που ζούμε δεν ξέρουμε τίποτα! Τι κρίμα να μην το ξέρουμε από την αρχή!

   ΜΑΡΓΚΡΕΤ

   Ταπεινώστε την καρδιά σας, κύριε Άντολφ! Και προσευχηθείτε στο Θεό να σας ελεήσει όσο είναι ακόμα καιρός! Δεν ήταν αργά ούτε για το ληστή στο σταυρό, όταν ο Χριστός του είπε: «Σήμερον μετ’ εμού έση εν τω Παραδείσω!»….






         Μάνα-κόρη (Λάουρα – Βέρθα)




   …ΜΑΡΓΚΡΕΤ

   Πάτερ μου! Την τελευταία στιγμή προσευχήθηκε στο Θεό!

   ΠΑΣΤΟΡΑΣ (Στη ΛΑΟΥΡΑ)

   Είναι αλήθεια;

   ΛΑΟΥΡΑ

   Ναι! Ειν’ αλήθεια!

   ΓΙΑΤΡΟΣ

   Αν είν’ έτσι – αλλ’ αυτό δεν το ξέρω, όπως δεν ξέρω και την αιτία της αρρώστιας του -, τότε η επιστήμη μου περιττεύει! Κοιτάξτε τι μπορείτε να κάνετε σεις, πάτερ μου!

   ΛΑΟΥΡΑ

   Αυτό μόνο έχετε να πείτε τη στιγμή τούτου του θανάτου, γιατρέ;

   ΓΙΑΤΡΟΣ

   Ναι, μόνο αυτό! Τίποτ’ άλλο δεν ξέρω1 Όποιος ξέρει περισσότερα ας μιλήσει!

   ΒΕΡΘΑ (Μπαίνει τρέχοντας από δεξιά – κλαίγοντας)

   Μητέρα! Μητέρα!

   ΛΑΟΥΡΑ

   Παιδί μου! Δικό μου παιδί!

   ΠΑΣΤΟΡΑΣ

   Αμήν!


                                                                 ΑΥΛΑIA




                                                                                     

Δεν υπάρχουν σχόλια: