Δευτέρα 9 Οκτωβρίου 2017

"Εφυγε ταξίδι μακριά αφήνοντας πίσω θεατρικά διαμάντια" γράφει η Έφη Μαρίνου ("ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΣΥΝΤΑΚΤΩΝ", 09.10.2017)

..............................................................
 

Εφυγε ταξίδι μακριά αφήνοντας πίσω θεατρικά διαμάντια

 

Λούλα Αναγνωστάκη (1934-2017)  
Λούλα Αναγνωστάκη (1934-2017) | ΣΠΥΡΟΣ ΣΤΑΒΕΡΗΣ
Η Λούλα Αναγνωστάκη, μια σπουδαία θεατρική συγγραφέας που το έργο της σφράγισε τη σύγχρονη δραματουργία αλλά και την ιστορία του ελληνικού θεάτρου, μια προσωπικότητα τόσο ιδιαίτερη, τόσο γοητευτική, έφυγε από τη ζωή. Γεννήθηκε το 1934 στη Θεσσαλονίκη και πέρασε τα νεανικά της χρόνια μέσα στον Εμφύλιο.

Με τον αδερφό της Μανόλη Αναγνωστάκη  
Με τον αδερφό της Μανόλη Αναγνωστάκη |
 
Ηταν η μικρότερη αδελφή του ποιητή Μανόλη Αναγνωστάκη. Τελείωσε τη Νομική Σχολή Θεσσαλονίκης, πήρε το πτυχίο της, αλλά παράτησε τα νομικά, «δεν μου άρεσε το σκηνικό των δικαστηρίων»... Εγκατέλειψε την πόλη της, εγκαταστάθηκε στην Αθήνα, την κέρδισε το γράψιμο, το θέατρο. Γρήγορα είδε τα πρώτα της κείμενα να ζωντανεύουν στο υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης.
\
Με τον σύζυγό της Γιώργο Χειμωνά 
  Με τον σύζυγό της Γιώργο Χειμωνά | 
 
Η ελληνική κοινωνική και πολιτική πραγματικότητα αποτελούσε τη δεξαμενή απ’ όπου αντλούσε υλικό για τα έργα της, καθώς και προσωπικά βιώματα που αφορούσαν τη μεγάλη περιπέτεια της Αριστεράς, έχοντας ζήσει από κοντά το κυνηγητό του αριστερού αδελφού της.
Με λόγο απτό, καθημερινό και συγχρόνως ποιητικό, μουσικό, γράφει μ’ έναν πρωτόγνωρο τρόπο για έναν κόσμο που κλυδωνίζεται, για αδικαίωτους αγώνες, για προδοσίες και μοναξιά. Για ήρωες που ζουν μέσα στις ενοχές, τις ψευδαισθήσεις, τις τραυματικές μνήμες. Γράφει για την έλλειψη επικοινωνίας, για το υπαρξιακό αδιέξοδο, για το ευμετάβλητο του Νεοέλληνα. Το κοινό στοιχείο που διατρέχει τα έργα της είναι η ανάγκη των ηρώων για μια μεγάλη πράξη, για την πραγμάτωση μιας επιθυμίας, για μία έστω στιγμή προσωπικής υπέρβασης.

Το ξεκίνημα

Πρωτοεμφανίστηκε στο θέατρο το 1965 με την τριλογία της Πόλης («Η διανυκτέρευση», «Η πόλη», «Η παρέλαση»), που παρουσίασε σε ενιαία παράσταση ο Κάρολος Κουν στο Θέατρο Τέχνης. Η Λούλα Αναγνωστάκη έγραψε το τρίτο μονόπρακτο («Η παρέλαση») ύστερα από επιθυμία του Κουν μέσα σ’ ένα βράδυ. Σε εκείνη την παράσταση έπαιζαν η Σοφία Μιχοπούλου, η Κατερίνα Καραγιάννη, ο Νίκος Χαραλάμπους.
«Η πόλη», Μάγια Λυμπεροπούλου, Γιώργος Λαζάνης, «Θέατρο Τέχνης»  
«Η πόλη», Μάγια Λυμπεροπούλου, Γιώργος Λαζάνης, 
«Θέατρο Τέχνης» |

Τον Φεβρουάριο του 1967 ανέβηκε από το Εθνικό Θέατρο το τρίπρακτο έργο της «Η συναναστροφή», σε σκηνοθεσία Λεωνίδα Τριβιζά. Ακολούθησαν κι άλλα έργα: «Αντόνιο ή το Μήνυμα» (1972), «Η νίκη» (1978), «Η κασέτα» (1982), «Ο ήχος του όπλου» (1987), όλα ανεβασμένα από το Θέατρο Τέχνης σε σκηνοθεσία Κάρολου Κουν.
Ο θίασος Τζένης Καρέζη-Κώστα Καζάκου ανεβάζει το 1990 στο τότε θέατρο «Αθήναιον» το έργο της «Διαμάντια και μπλουζ» σε σκηνοθεσία Βασίλη Παπαβασιλείου. Το 1995 ανεβαίνει ξανά στο Θέατρο Τέχνης το έργο της «Ταξίδι μακριά» σε σκηνοθεσία Μίμη Κουγιουμτζή, ενώ τρία χρόνια μετά ο Βίκτωρ Αρδίττης σκηνοθετεί στο Εθνικό Θέατρο ένα εκπληκτικό μονόπρακτο με τίτλο «Ο ουρανός κατακόκκινος». Ο Λευτέρης Βογιατζής παρουσιάζει το 2003 το «Σ’ εσάς που με ακούτε», που κάποιοι χαρακτήρισαν «επιτομή του έργου της».


«Ο ουρανός κατακόκκινος», Ρένη Πιττακή, πρώην φυλακές Επταπυργίου, Θεσσαλονίκη  
«Ο ουρανός κατακόκκινος», Ρένη Πιττακή, πρώην 
φυλακές Επταπυργίου, Θεσσαλονίκη | 
 
Στην προσωπική της ζωή η Λούλα Αναγνωστάκη ήταν μια γυναίκα σαγηνευτικών αντιθέσεων: ευαίσθητη και δυναμική, ανήσυχη αλλά και με χαμηλούς τόνους, εξωστρεφής όταν εκείνη το επέλεγε αλλά και περίκλειστη, αποφασισμένη να μην αποκαλύψει τον κόσμο των δικών της προσωπικών μυστικών.
Διέθετε ένα ιδιαίτερο, σπάνιο χιούμορ, υπόγειο, σαρκαστικό, που μοιραζόταν ισότιμα με τον σύντροφό της Γιώργο Χειμωνά με τρόπο που, όπως έλεγαν οι φίλοι του ζευγαριού, έκαναν συχνά τις συζητήσεις τους να παίρνουν δρόμο θεατρικό, σαν μπεκετικό μονόπρακτο δωματίου…

Λίγες συνεντεύξεις, αλλά ξεχωριστές

Διέθετε επίσης δεκάδες τρόπους ώστε να αποφύγει να μιλήσει για εκείνα που δεν ήθελε να αποκαλύψει. Ειδικά τα πρώτα χρόνια απέφευγε με σαγηνευτικούς ελιγμούς συνεντεύξεις, ερωτήσεις, σχολιασμό ζητημάτων της επικαιρότητας και έσπρωχνε τη συζήτηση σε θέματα, άσχετα, ανώδυνα, πείθοντάς σε μάλιστα για τη σοβαρότητά τους εκείνη τη στιγμή… Φειδωλή σε κοινωνικότητες, σε δημόσιες εξομολογήσεις και δηλώσεις (ελάχιστες αλλά ξεχωριστές οι λίγες συνεντεύξεις που έχει παραχωρήσει, ανάμεσά τους αυτή της Σόνιας Ζαχαράτου πέρσι για το ΒΗΜΑgazino), την ίδια στιγμή που η θεατρική Αθήνα εξυμνούσε το έργο της, εκείνη επέλεγε την απόσταση από τα φώτα της δημοσιότητας και τη σιωπή.
Κάποτε παρακολούθησε την παρουσίαση βιβλίου της κρυμμένη κάπου μέσα στην αίθουσα του Μουσείου Μπενάκη, κι όταν ο ομιλητής Βασίλης Παπαβασιλείου κάλεσε το κοινό να τη χειροκροτήσει δείχνοντας προς το σημείο όπου βρισκόταν, εκείνη προσπαθώντας να μη φανεί, παραλίγο να πέσει…
Τα έργα της Λούλας Αναγνωστάκη ανεβαίνουν συνεχώς στο ελεύθερο θέατρο, στα κρατικά θέατρα και τα ΔΗΠΕΘΕ, κάποια έχουν παρουσιαστεί και στο εξωτερικό (Γαλλία, Ιταλία, Αγγλία, Γερμανία, Κύπρο, Ισπανία, ΗΠΑ).
Υπήρξε παντρεμένη σε πρώτο γάμο με τον κριτικό θεάτρου Μηνά Χρηστίδη και σε δεύτερο με τον συγγραφέα, ποιητή και καθηγητή Ψυχιατρικής Γιώργο Χειμωνά, με τον οποίο απέκτησε έναν γιο, τον συγγραφέα Θανάση Χειμωνά. Λάτρευε και θαύμαζε τον Γιώργο Χειμωνά. Οπως λέει στο αυτοβιογραφικό της σημείωμα στη Lifo και στον Σταύρο Διοσκουρίδη:
«Δεν τον ζήλευα καθόλου. Ποτέ. Ούτε εγώ ούτε αυτός. Τον θαύμαζα. Ηταν εξαιρετικός. Η σωστή λέξη είναι αεικίνητος. Τον γνώρισα σχεδόν ταυτόχρονα με το έργο του. Είχα διαβάσει ένα νεανικό του, τον Πεισίστρατο, αλλά φαινόταν όλο το ταλέντο του. Δεν το κατάλαβα και πολύ. Ολα τα έργα του ήταν εξαιρετικά. Και ο θαυμασμός μου εμένα ήταν αληθινός και όχι επειδή ήταν κι ένας κούκλος. Δεν θυμάμαι να τον έχω βάλει σε κάποιο θεατρικό, επειδή απλά μπορεί να τον έχω βάλει και σε όλα».

Τα τελευταία χρόνια

Είναι χρόνια τώρα που η Λούλα Αναγνωστάκη δεν ήθελε να βγαίνει από το σπίτι, δεν έβλεπε παραστάσεις των έργων της ούτε την ενδιέφερε. Τον τελευταίο καιρό η υγεία της είχε επιβαρυνθεί. Της άρεσε πολύ να βλέπει τηλεόραση, να μιλάει με τους ανθρώπους που την επισκέπτονταν. Ηταν δύσκολο να τη συναντήσει κανείς χωρίς τα μαύρα γυαλιά ηλίου που φορούσε την ημέρα και τη νύχτα.

«Διαμάντια και μπλουζ», Αλεξάνδρα Παυλίδου, Μαρίκα Τζιραλίδου, Τζένη Καρέζη, «Αθήναιον»  
«Διαμάντια και μπλουζ», Αλεξάνδρα Παυλίδου, Μαρίκα 
Τζιραλίδου, Τζένη Καρέζη, «Αθήναιον»
 
Η ίδια δεν ένιωθε καθόλου εκκεντρική: «Αυτό που ζω τώρα, βέβαια, είναι εκκεντρικό, αλλά εγώ το βρίσκω φυσιολογικό. Επίσης, τι θα πει πνευματικός άνθρωπος; Σαχλαμάρα. Είναι μόνο αυτοί που κάθονται και σκέφτονται ένα μεγάλο πρόβλημα της κοινωνίας ή γενικότερα; Λένε “πνευματικός” και εννοούν από καθηγητές Πανεπιστημίου μέχρι τυχάρπαστους ηθοποιούς» (Lifo).

«Οι Ελληνες είναι αδικημένος λαός»

«Εγώ τους κάνω υπερβολικούς τους Eλληνες. Δεν είναι. Είναι αδικημένος λαός. Οσο και αν τη χτυπάω μέσα από τα έργα μου, είμαι υπέρ της Ελλάδας. Παρά τα όσα γίνονται, δεν νιώθω την ανάγκη να πω κάτι. Η πολιτική, όπως και στα έργα μου, γίνεται ενώ εμείς ζούμε την καθημερινή μας ζωή.
»Την παράγουμε κι εμείς, ακολουθώντας τη σειρά. Δεν ψάχνω να βρω τις αιτίες πια που συμβαίνουν τα πράγματα. Παλιά έψαχνα. Και τσακωνόμουν για την πολιτική. Σήμερα, ας πούμε, δεν νομίζω ότι έγιναν λάθη όσον αφορά τον Εμφύλιο. Αυτό που έγινε τώρα είναι λάθος. Πιστεύω ότι όλες οι πληγές του παρελθόντος πέρασαν. Αυτό που δεν θα περάσει είναι αυτό που γίνεται με το Μνημόνιο». (Από συνέντευξή της στη Lifo)


Δεν υπάρχουν σχόλια: