Σάββατο 28 Μαΐου 2016

"Παραστάσεις, αναπαραστάσεις δολοφονίας μιας γλώσσας" γράφει ο Γιάννης Η. Χάρης ("Εφημερίδα των συντακτών" 28 Μαΐου 2016)

............................................................

Παραστάσεις, αναπαραστάσεις δολοφονίας μιας γλώσσας

 

γράφει ο Γιάννης Η. Χάρης

 ("Εφημερίδα των συντακτών" 28 Μαΐου 2016)


"Πέρσες" Κάρολου Κουν (αναβίωση 1976, Αισχύλεια Ελευσίνας)

Ω παίδες Ελλήνων ίτε, [...] νυν υπέρ πάντων αγών!, ακούμε το κάλεσμα για τη νικηφόρα μάχη στους Πέρσες του Αισχύλου, το ίδιο που θα ξεσήκωνε τους αρχαίους μας προγόνους, αλλά σαν, ή κάπως σαν: Όο παΐντες Χελλεένοον ίτε, [...] νουν χουπέρ πάντοον αγκόον!

Τέτοια η αλλαγή λοιπόν, όπως έγραφα την περασμένη φορά, κατά τα πορίσματα της γλωσσολογίας, της γλωσσολογίας, επαναλαμβάνω, όλων των τάσεων, και των πιο συντηρητικών, πλην της παραγλωσσολογίας Πλευραδώνιδων και Σίας.

Αν συνυπολογιστεί η αλλαγή από τον μουσικό τονισμό, όταν δηλαδή η τονιζόμενη συλλαβή ακουγόταν μία νότα ψηλότερα, στον σημερινό δυναμικό τονισμό, οφείλουμε να αναρωτηθούμε για ποια μουσική των αρχαίων ελληνικών μιλούμε, απ’ τη στιγμή που απαγγέλλονται σύμφωνα με την προφορά της νεοελληνικής, προφορά πάντως που έχει ζωή χιλιάδων χρόνων κι αυτή, αν δεχτούμε πως διαμορφώνεται την ελληνιστική εποχή. Όταν δηλαδή έχουμε πλήθος πια μαρτυρίες για την έκλειψη της προσωδίας, για τη σταδιακή εξαφάνιση της διαφοράς ανάμεσα σε μακρά και βραχέα φωνήεντα κτλ., εξαφάνιση ακριβώς που οδήγησε στην επινόηση πνευμάτων και τόνων ώστε να σημαίνεται η πάλαι ποτέ φωνητική αξία των φωνηέντων.

Εδώ σοβεί μια τεράστια σύγχυση ανάμεσα στην αρχαία προσωδία και στον επιτονισμό, τη διαφορετική δηλαδή εκφώνηση των ίδιων λέξεων ανάλογα με την εκάστοτε εκφραστική ανάγκη, όπου δηλαδή ακόμα και μία μόνο λέξη: η κλητική Ελένη, ή Κωνσταντίνε, θα τονιστεί εντελώς διαφορετικά σε ερώτηση, έκπληξη, απειλή, παράκληση κ.ο.κ., κι όχι επειδή η μία λέξη οξύνεται ή η άλλη περισπάται κ.ο.κ. Είναι η περίφημη παγίδα στην οποία έπεσε λ.χ. με κάτι ειδικές ηχομετρήσεις ο Σαββόπουλος, και μολονότι η σύγχυση επισημάνθηκε από πλείστες όσες έγκυρες φωνές εξακολουθεί να γεννοβολά αυταπάτες ως προς την προφορά της νεοελληνικής, ενώ παράλληλα ανθούν οι αναγνώσεις και παραστάσεις αρχαίων κειμένων και δραμάτων στο πρωτότυπο, για να αναδειχτεί πάντα η ίδια τάχα μουσικότητα.

Ουσιαστικά πρόκειται για έναν μισερό, ψευδώνυμο αρχαίο λόγο, στην πράξη για ανάγνωση λειψής παρτιτούρας, με τα μισά εντέλει όργανα, κι αυτά να παίζουν κατά κανόνα λάθος νότες: κακοφωνία και, το σημαντικότερο, ύβρις.

Πριν από 30 χρόνια, το 1986, ο εμπνευσμένος πάντως Σπύρος Βραχωρίτης ανέβασε με την ιστορική Θεατρική Λέσχη Βόλου την Αντιγόνη στο πρωτότυπο, σημαίνοντας το μέτρο με χειρονομίες της βυζαντινής παρασημαντικής: ερεθιστική καταρχήν ιδέα, που βούλιαξε, κατά τη γνώμη μου, στην ιδεογλωσσική σύγχυση στην οποία βασίστηκε: ο σκηνοθέτης ήθελε να αναδείξει «το ΑΚΟΥΣΤΙΚΟ μήνυμα» (έτσι, με κεφαλαία σε σχετικό σημείωμά του), «τις συγχορδίες συμφώνων και φωνηέντων», την «ηχοχρωματική ροή των μονολόγων» κτλ. Κάτι ανάλογο θα ήθελε να αναδείξει και ο Νίκος Χαραλάμπους, όταν ανέβασε με τον Θεατρικό Οργανισμό Κύπρου (2002) τις Φοίνισσες του Ευριπίδη με όλα τα χορικά στο πρωτότυπο. Μπορεί και η Άννα Συνοδινού (2004) με τις Ευμενίδες της: «Το σκέφτεται άραγε η κυρία Συνοδινού» έγραφα τότε (Τα Νέα 2.10.04), «να μείνει καταγραμμένη κάποια παλιά ερμηνεία της, και τα μηχανήματα του μέλλοντος να αδυνατούν να αναπαραγάγουν τους μισούς και παραπάνω φθόγγους, τις μισές και παραπάνω συχνότητες; Μόνο χοντροκομμένη φάρσα θα ’ταν κάτι τέτοιο…»

Δυστυχώς οι φάρσες συνεχίζονται, με τις αγαθότερες πάντοτε προθέσεις, μπορεί και με όντως εμπνευσμένη, κατά τα άλλα, καλλιτεχνική-σκηνοθετική ματιά και όραμα.

Από τον περσινό Ιούλιο ο Δήμος Αβδελιώδης, από τους ταλαντούχους και σεμνούς δημιουργούς μας, παρουσιάζει σε διάφορες πόλεις και χώρες, και με μεγάλη, φαίνεται, επιτυχία, την πλατωνική Απολογία του Σωκράτη «στην αρχαία ελληνική γλώσσα έτσι όπως την κατέγραψε και τη διαμόρφωσε ο Πλάτωνας», σημειώνει ο ίδιος (και τονίζω εγώ), ενώ απ’ την άλλη παρακάμπτει, όπως δηλώνει, «την Εράσμια και την Προσωδιακή εκφορά καθώς και τη χρήση των πλάγιων ήχων της βυζαντινής μουσικής [;], με αποτέλεσμα ο αρχαίος λόγος να ακούγεται φυσικός και οικείος, έχοντας παρόμοιους ήχους και ρυθμούς με τις μεταγενέστερες έως τις σύγχρονες διατυπώσεις της ελληνικής γλώσσας»! Σκοπός αυτής της «εκφοράς»; «Η ανάγκη, από το άκουσμα της φωνής του αυθεντικού έργου [!], να αφουγκρασθούμε και να νιώσουμε βιωματικά τα αισθήματα και το ήθος του Σωκράτη».

Δεν έχει νόημα να σχολιάσω ή να συνεχίσω. Το Δέντρο που πληγώναμε, η έξοχη ποιητική κινηματογραφική δημιουργία του Αβδελιώδη, αν ήταν η αρχαία γλώσσα, με κάτι τέτοια έγινε σκλήθρες και καυσόξυλα.

Τουλάχιστον ο Δήμος Αβδελιώδης, βάζοντας ελληνικούς και αγγλικούς υπέρτιτλους στην παράστασή του, μια κακοτοπιά την απέφυγε: το ιδεολόγημα για τα αρχαία που κυλούν στις φλέβες μας, και είναι υπόθεση μερικών κοινών λέξεων για να ξεκλειδώσουμε μια ολόκληρη γλώσσα κτλ.

Τώρα αν μένει έτσι χώρος για την υποτιθέμενη μουσική, ή την όντως μουσική, πάντως του Αβδελιώδη κι όχι της αρχαίας γλώσσας, δεν το ξέρω. Όμως το πεδίο όπου γονιμοποιούνται επιστημονικώς ασύστατα και ιδεολογικώς επικίνδυνα στερεότυπα όλο και διευρύνεται, φοβάμαι.

Δεν υπάρχουν σχόλια: