Ο αντιπρόεδρος του κυρίου Σαμαρά και οι λέξεις έχουν μεταξύ τους μια μοιραία σχέση έλξης-απώθησης. Αυτός τις προσεγγίζει με ένα πάθος σχεδόν αυτοερωτικό, εκείνες, αν και με πρώτη ματιά μοιάζουν κολακευμένες, εκδικούνται την επιπολαιότητα των αισθημάτων του, αφήνοντας τον εγωκεντρισμό του έκθετο στη δημόσια θέα.
Δεν είναι ότι αγνοεί τη σοφή συμβουλή: «Μεγάλη μπουκιά φάε, μεγάλη κουβέντα μην πεις». Είναι ότι απλώς την τηρεί μόνο κατά το πρώτο μισό της. Με αποτέλεσμα η μεγαλοστομία να καταβροχθίζει ό,τι απομένει από σοβαρότητα και κύρος. Πώς να ξεχάσει κανείς; Όντας διεκδικητής της προεδρίας του κόμματος μετά την ήττα στις εκλογές του 2007 και αναφερόμενος σε οπαδό ο οποίος ένα λεπτό πριν τον είχε λούσει στην Ιπποκράτους με μια κούπα φραπέ, έγραψε ιστορία στα χρονικά του ναρκισσισμού και της αμετροέπειας με τη φράση: «Ως μελλοντικός πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, τον συγχωρώ!». Τον άνθρωπο που το ξεστόμισε θα τον εμπιστευόσασταν να σας πάει στο απέναντι πεζοδρόμιο; Κι όμως, το σύστημα του εμπιστεύτηκε πόστο στη διαχείριση της χώρας της οποίας είναι ιδιοκτήτης. Για κάτι πολύ λιγότερο υπερφίαλο, για τον αφελή στίχο «Ας με πουν πρωθυπουργό κι ας μου ρίξουν κλούβιο αυγό», ο υπηρέτης της ποίησης και της πολιτικής (κάκιστος και στα δύο) Γεώργιος Αθανασιάδης-Νόβας έγινε εσαεί περίγελως. Αυτός εδώ έγινε τελικά πρόεδρος του κόμματος, υπουργός Οικονομικών του κυρίου Παπαδήμου νωρίτερα, αντιπρόεδρος τώρα του κυρίου Σαμαρά - τον οποίο κι αν είχε περιποιηθεί λεκτικά στο παρελθόν. Τι είναι, σου λέει το σύστημα, το κύρος και η σοβαρότητα μπροστά στην, εφήμερη έστω, σιγουριά 152 ψήφων και μιας κυβέρνησης προθύμων;
Όμως ο αντιπρόεδρος του κυρίου Σαμαρά δεν πρέπει, απ' τη μεριά του, να νιώθει βολικά με τέτοια αμφίβολη σιγουριά. Γι' αυτό και, όπως συμβαίνει κάθε που νιώθει στριμωγμένος, καταφεύγει στις λέξεις. Δυστυχώς για τον ίδιο, οι λέξεις που διαλέγει (ή τον διαλέγουν) προδίδουν το μέγεθος της ανασφάλειάς του, πράγμα εξόφθαλμο στις περιπτώσεις που τα αμυντικά αντανακλαστικά του τον σπρώχνουν να προσθέσει μια καινούργια λέξη στο νεοελληνικό λεξιλόγιο. Επιδιώκει, προφανώς, με τον τρόπο αυτό, το επιθετικό πλεονέκτημα, αφού πάντα η λέξη που σκαρώνει είναι σκαιά υποτιμητική του αντιπάλου. Το πιο πρόσφατο τάκλιν του σημειώθηκε την προτελευταία Κυριακή του Δεκέμβρη, ο τόπος ήταν η Κ.Ε. του ΠΑΣΟΚ και η λέξη ήταν «εκτσογλανισμός». Δυσπρόφερτη λέξη, δύσκολο να κάμει καριέρα απέναντι σε δοκιμασμένες λέξεις όπως «εκμαυλισμός», «εκχυδαϊσμός», «εκφοβισμός», που ο αντιπρόεδρος μπορεί μεν να μη διεκδικεί την πατρότητά τους, έχει όμως μαζί τους άριστες σχέσεις από παλιά.
Ο γλωσσικός νεολογισμός που ο αντιπρόεδρος του κυρίου Σαμαρά εξαπέλυσε από τον Όλυμπο του ηθικού του αναστήματος εναντίον του Τσίπρα και του συν αυτώ 27% (και βάλε) των συνελλήνων όχι μόνο απέτυχε να εγγραφεί έστω στο λεξιλόγιο του πολιτικού πεζοδρομίου, αλλά αντίθετα αποκάλυψε τον φόβο πίσω από το αλαζονικό επίχρισμα λεξιπλαστικής υπερεπάρκειας.
Έχοντας υπερεκτιμήσει τις δυνατότητές του μέχρι του σημείου να καταστεί άφιλος ακόμη και μέσα στο ολιγομελές πια κομματικό περιβάλλον του, αυτοκαταδικάστηκε να ζει σε ένα διαρκές παρόν ανασφάλειας, γνωρίζοντας ότι στα περιβάλλοντα όπου διάλεξε να κινείται περισσεύουν ο κυνισμός και η αχαριστία. Έχοντας προ πολλού κλωτσήσει την ευκαιρία να αποσυρθεί έγκαιρα από το είδος της πολιτικής που υπηρετεί, βρίσκεται πια εγκλωβισμένος στον λαβύρινθο των επιλογών του.
Λίγοι θα εκπλαγούν αν τελικά αποδειχθεί ότι αυτό που κρύβει πίσω απ' τις λέξεις, επειδή το φοβάται περισσότερο, δεν είναι το ενδεχόμενο η κυβέρνηση της ριζοσπαστικής Αριστεράς να τον διαπομπεύσει φορώντας του χειροπέδες πριν τον στείλει στον εισαγγελέα, αλλά η υποψία ότι σε περίπτωση πολιτικού «ατυχήματος», τη διαπόμπευση του την επιφυλάσσει ο κυβερνητικός συνεταίρος του, που, σαν άλλος Σαμψών, ίσως διαλέξει να καταπλακωθεί κάτω από τα μπάζα των οικτρών πολιτικών φιλοδοξιών του αναφωνώντας: «Αποθανέτω η ψυχή μου μετά των αλλοφύλων…».
Και την κακή εκείνην ώρα, ο αντιπρόεδρος του κυρίου Σαμαρά ίσως καταλάβει ότι όταν αυτός έκανε λόγο για «εκτσογλανισμό» της πολιτικής, οι λέξεις συνωμοτούσαν με το υποσυνείδητό του πίσω απ' την πλάτη του κι άλλον εννοούσαν όταν μιλούσαν για πολιτικά τσογλάνια.