Κυριακή 25 Σεπτεμβρίου 2011

" Γκάτσος " του Ευγένιου Αρανίτση ("Ελευθεροτυπία", 24/9/2011)

................................................................



Ελευθεροτυπία, Σάββατο 24 Σεπτεμβρίου 2011

Γκάτσος


Φέτος γιορτάζονται -αν μπορεί κανείς να το πει έτσι- τα 100 χρόνια από τη γέννηση ενός ανθρώπου του οποίου το όνομα εμπλέκεται, με τον πιο ζωηρό και ινδαλματικό τρόπο, στην άνθηση της ελληνικής ποίησης τον περασμένο αιώνα.

Οι ραγδαίες και σχεδόν εξωπραγματικές μεταβολές που σάρωσαν το πολιτισμικό και κοινωνικό τοπίο σε ολόκληρη τη Δύση, επηρεάζοντας ριζικά το ρόλο, το ύφος και το περιεχόμενο των τεχνών, ενθαρρύνουν τη μελαγχολική αίσθηση ότι ήδη απέχουμε 100 χρόνια όχι απ' τη γέννηση αλλ' απ' τον θάνατό του, κι ότι τέτοια πρόσωπα ανήκουν σ' έναν κόσμο αξιών απροσμέτρητα μακρινό και λησμονημένο, έναν κόσμο που, παρά τις σημερινές αρχαιολογικές φωταψίες, προσεγγίζουμε υποχρεωτικά σαν κάτι το οποίο αποσυντίθεται στη μυστηριώδη σιωπή που περιβάλλει ένα ναυάγιο.
Η ΠΕΡΙΣΤΑΣΗ φέρνει ωστόσο στην επιφάνεια την αγωνία για μια παράλληλη απώλεια, πιο επώδυνη απ' το θάμπωμα της πρόσληψης των μεγάλων επιτευγμάτων του Γκάτσου, κι αυτή η απώλεια είναι, απλούστατα, η απομάκρυνσή μας, συλλογικά, ως κοινωνίας ή κοινότητας, απ' το πρότυπο του ανθρώπου που ο συγκεκριμένος καλλιτέχνης αντιπροσώπευε και τιμούσε. Η φιλοσοφική αμηχανία των σημερινών καλλιτεχνών, η ασυνάρτητη υπερκινητικότητά τους στις δημόσιες σχέσεις, η φθορά τους απ' τα παραληρηματικά συστήματα επικοινωνίας και τις τηλεοπτικές συμπεριφορές, η προθυμία συμβιβασμού με τις απαιτήσεις της αγοράς και η αλαζονεία τους μπροστά στο φακό, καθιστούν εν πολλοίς εξωτική τη σκιαγράφηση του πορτρέτου ενός πολίτη προικισμένου με το παλαιομοδίτικο ήθος του Νίκου Γκάτσου.
ΞΕΧΑΣΜΕΝΟΣ όρος το ήθος, φαντάζει από μόνο του σαν κάτι προϊστορικό, μια παρωχημένη, δύσχρηστη, περιττή και ίσως παιδαριώδης μορφή ηθικής αντίστασης σε ό,τι αίφνης μας παρουσιάστηκε ως αναπόφευκτη τεχνολογική και οικονομική πρόοδος -όλη αυτή η γενικευμένη παραίσθηση παντοδυναμίας τι άλλο κατέστρεψε άραγε αν όχι τα τελευταία ίχνη ηθικής αξιοπιστίας;
Ο ΓΚΑΤΣΟΣ ήταν αναμφίβολα ένα ορόσημο της λήξης της εποχής που το ήθος αποτελούσε ακόμη ένα μέγεθος ευλογημένο και επιβλητικό, το ήθος σαν μέτρο ευσπλαχνικής συμφιλίωσης με μια ταυτότητα που είχε υποτάξει τις αντιθέσεις της. Επαρχιώτης με τη βαθύτερη έννοια, σύχναζε μόνιμα στο κέντρο του κέντρου των Αθηνών, στο εστιατόριο του ξενοδοχείου Grande Bretagne, ενσαρκώνοντας το αρχαίο ελληνικό παράδοξο της μεγαλοπρεπούς απλότητας ή, αν θέλετε, μιας γενναιοδωρίας δίχως στάλα επίδειξης ή κομπασμού, αυτή τη μύχια γνώση των αντιφάσεων της ανθρώπινης μοίρας που διατηρούσαν κάποτε οι γέροντες, θεμελιωμένη στην ασκητική επιδεξιότητα του να την αποσιωπούν. Φτωχός μεταξύ φτωχών, έζησε σαν πλούσιος.
ΕΝ ΟΛΙΓΟΙΣ: τέτοια σοφά πρόσωπα δεν υπάρχουν πια και ούτε τους επιτρέπεται να υπάρξουν. Αυτή θα ήταν η αληθινή σημασία του πένθους αν είχαμε την ευτυχία να το φέρουμε εις πέρας. 



Τ' ΟΝΕΙΡΟ ΚΑΠΝΟΣ




Έσπειρα στον κήπο σου χορτάρι να 'ρχονται το βράδυ τα πουλιά
Τώρα ποιό φεγγάρι σ' έχει πάρει κι άδειασε του κόσμου η αγκαλιά

Στης νύχτας το μπαλκόνι παγώνει ο ουρανός

είν η αγάπη σκό-νη και τ' όνειρο καπνός
Στης νύχτας το μπαλκόνι παγώνει ο ουρανός
είν η αγάπη σκό-νη και τ' όνειρο καπνός

Κύλησαν τα νιάτα στο ποτάμι, έγιν' ο καιρός ανηφοριά

Ήμουνα στον άνεμο καλάμι, ήσουνα στην μπόρα λυγαριά

Στης νύχτας το μπαλκόνι...


Μουσική/Στίχοι: Θεοδωράκης Μίκης/Γκάτσος Νίκος

Δεν υπάρχουν σχόλια: