Τρίτη 17 Μαΐου 2011

Η Κική Δημουλά και ο Μάριος Ποντίκας αποχαιρετούν τον Ιάκωβο Καμπανέλλη (περιοδικό "Διαβάζω", τ.518, Μάιος 2011)


            Απελευθερωμένος πια...*

                          της Κικής Δημουλά

   Δε σίγασε ο Ιάκωβος Καμπανέλλης, απλώς κόπασε κάπως η παρουσία του. Η αίγλη της, έχοντας πια ξεφύγει από την εγκόσμια τρικυμία, ευχερώς πλέει και εισέρχεται στον απάνεμο, ασφαλή κόλπο της μνήμης, με σταμάτημα κάθε τόσο, σε γραφικούς ορμίσκους φωτογραφιών.
   Η απομάκρυνσή του από την ορατότητα αφήνει επάνω στη ρευστή μας υφή χαρακιές βαθιάς λύπης. Είναι βαρύθυμα λυπημένος αυτός ο αποχαιρετισμός που του απευθύνω τώρα, δεν ξέρω αν θα τον λάβει, δεν ξέρω τι ακουστική έχει αυτό το έρμο "απέναντι" στο οποίο εγκαταστάθηκε ο Καμπανέλλης...
   Απερίσπαστος τώρα, απελευθερωμένος από την ελκυστική βαρύτητα της ζωής, φαντάζομαι ότι θα οργανώνει εκεί, στην πάρα-πάρα-πάρα κάτω γειτονιά, το χώρο όπου θα παιχτεί το καινούργιο του μονόπρακτο, με πρωταγωνίστρια την αιωνιότητα, την τόσο προικισμένη να είναι ατελεύτητη. Ατελέυτητος και ο μονόλογός της, και δεν τον διακόπτει ούτε λύπη, ούτε σπαραγμός, ούτε χαρά. Πολιτισμένη ανυπαρξία επικρατεί.
   Έρχονται τώρα, σα για να διαψεύσουν τα όσα ζοφερά φαντάζομαι, οι στίχοι του Μαβίλη "Καλότυχοι οι νεκροί που λησμονάνε την πίκρια της ζωής..." Που σημαίνει τι, ότι οι νεκροί συνειδητοποιούν τη λύτρωσή τους από τη μνήμη, νιώθουν καλότυχοι που μπορούν να λησμονάνε και μπορούν να χαίρονται γι' αυτό; Επομένως εν μέρει πεθαίνουμε; Μακάρι να αληθεύει αυτό και να μην είναι μόνο άποψη της ελπίδας, και ανάγκη του σονέτου. Πάντως εγώ, αν μερικώς πεθάνω, χρήση της δυνατότητας να μπορώ να ξεχνώ με τη θέλησή μου δε θα κάνω. Δε θέλω να ξεχάσω το είναι μου. Εκτός αυτού, όλα τα σημαντικά και τα σπουδαία στις πίκριες τις αλησμόνητες οφείλονται. Εκείνες τα οδήγησαν να γίνουν λόγος, τέχνες και θέατρο. Αν το καλοσκεφτούμε, αυτές οι πίκριες θυσιάζονται να είναι μισητές, ανεπιθύμητες, για να βρουν οι μικρές χαρές, έτοιμη, στρωμένη τη μεγαλοποίησή τους.
   Ιάκωβε, σε παρακαλώ, εσύ που έχεις τα μέσα στα θαύματα, ζήτα από κάποιο θαύμα να σου επιτρέψει να έρθεις κλεφτά και εμπιστευτικά να μου πεις, τι γίνεται εκεί κάτω, ισχύουν οι στίχοι του Μαβίλη; Δηλαδή εσύ ξέχασες τις συγκινήσεις που μας έδωσες, ξέχασες τις πίκριες που σου ενέπνευσαν τη συγκίνηση;
   Δε θέλω να πιστέψω ότι κατετάγης και συ, πιστός, αφοσιωμένος στην τρομερή μυστικότητα, την εκ δεξιών των μυστηρίων. Ασπάστηκες κι εσύ την αποσιώπηση;
   Καλά προβλέπω ότι αυτή θα είναι η σκηνοθέτης των αλλεπάλληλων μεταμορφώσεων τις οποίες θα υποδύεται η ηρωίδα σιωπή σου;...

.................................................................................

            Αθάνατος

                 του Μάριου Ποντίκα

   Τον είχαν ρωτήσει κάποτε τι νόμιζε ότι θα έμενε από τα έργα του. "Για να είμαι βέβαιος", είχε πει, "Πως είτε λίγο, είτε πολύ αντέξουν κάποια έργα μου στο χρόνο, θα το χρωστάνε στο κωμικοτραγικό τους στοιχείο, στη σάτιρα που συνοδεύει τα πρόσωπά μου ακόμα και στις πιο κρίσιμες καταστάσεις τους. Εκεί ο χρόνος θα συμπεριφερθεί συναδελφικά, γιατί κι αυτός τελικά μας σατιρίζει". Θα ήθελα να έχω την τόλμη να τον ρωτήσω: θα σατίριζες, Ιάκωβε, τη λύπη μας αν ακούγαμε - ο μη γένοιτο - ότι πέθανες; Θα φρόντιζα βεβαίως να σου εξηγήσω ότι δεν ομιλώ για την τρέχουσα και ετοιμοπαράδοτη λύπη αλλά γι' αυτήν που δε βρίσκει λόγια για να ειπωθεί, για τη λύπη που σφραγίζει τα χείλη από φόβο μην ξεφύγουν λέξεις κοινότοπες ή άστοχες, λέξεις περισσότερες ή λιγότερες από την οξύτητα και το βάθος της, πιθανόν και ωραίες λέξεις που όμως μπορεί και να την εξωραΐζουν, ενώ αυτή η λύπη είναι άγρια στην ειλικρίνειά της, επειδή έχει απόλυτη συναίσθηση του τετελεσμένου, της αμετάκλητης απώλειας, του πένθους το οποίο ορίζει και επιβάλλει.
   Γι' αυτή τη λύπη ομιλώ.
   Για τη λύπη που σμιλεύει στα χαρακτηριστικά του προσώπου τη μαρμάρινη έκφρασή της κι ενώ τα δάκρυα δεν φαίνονται στο μάρμαρο, ξέρεις ότι τα μάτια κλαίνε.
   Αυτή τη λύπη θα τη σατίριζες, Ιάκωβε;
   Αναπολώ το ειρωνικό του μειδίαμα. Το περιπαιχτικό του βλέμμα με κοιτάζει κατάματα, φεύγει για λίγο στο πουθενά και επιστρέφει. Μου λέει: "Αγαπητέ Μάριε, επίτρεψέ μου να σου απαντήσω όταν έρθει αυτή η ώρα".
   Θα περιμένουμε, λοιπόν, Ιάκωβε, να έρθει αυτή η ώρα.
   Φιλιά στη Νίκη, από εμένα, τη Βίκυ, από όλους όσοι βουρκώνουν ακόμα και με την ιδέα του θανάτου σου.
   Καλήν αντάμωση.

...............................................................................

 *: Πρόκειται για απόσπασμα του αποχαιρετισμού που έγραψε η ποιήτρια στο τελευταίο τεύχος του περιοδικού "Διαβάζω".

 



   

Δεν υπάρχουν σχόλια: