Πέμπτη 22 Ιουλίου 2010

60 χρόνια τώρα η φαλακρή τραγουδίστρια χτενίζεται πάντα με τον ίδιο τρόπο!






Ο Ευγένιος Ιονέσκο (γαλλ. Eugène Ionesco, 26 Νοεμβρίου 1909-29 Μαρτίου 1994) ήταν Γαλλο-Ρουμάνος θεατρικός συγγραφέας, από τους επιφανέστερους εκπροσώπους του Θεάτρου του παραλόγου. Αν κι έγραψε στη γαλλική γλώσσα, θεωρείται από τους πιο αξιόλογους ανθρώπους της διανόησης της Ρουμανίας. Στα έργα του, ο Ιονέσκο διακωμωδεί τις πιο κοινότοπες καταστάσεις, ενώ απεικονίζει τη μοναξιά του ανθρώπου και την ασημαντότητα της ύπαρξής του.




"Η ΦΑΛΑΚΡΗ ΤΡΑΓΟΥΔΙΣΤΡΙΑ" (1950) του Ευγένιου Ιονέσκο (1912 - 1994)
   
   (Στο εσωτερικό αστικού εγγλέζικου σπιτιού. Όλα τα αντικείμενα είναι εγγλέζικα. Ακόμα και η σιωπή με την οποία αρχίζει το έργο είναι "Μια μεγάλη διάρκεια εγγλέζικης σιωπής. Το εγγλέζικο ρολόι του τοίχου χτυπάει δεκαεπτά εγγλέζικες φορές." Στη σκηνή βρίσκονται οι ιδιοκτήτες του σπιτιού κύριος και κυρία Σμιθ, η καμαριέρα Μαίρη, οι επισκέπτες των Σμιθ κύριος και κυρία Μάρτιν και ο Πυροσβέστης που έχει έρθει να μάθει αν υπάρχει καμιά πυρκαγιά στο σπίτι των Σμιθ, παρεμπιπτόντως και στο σπίτι των Μάρτιν!)


         Από την 9η Σκηνή :


...ΜΑΙΡΗ: Λοιπόν θα σας απαγγείλω ένα ποίημα. Είσαστε όλοι σύμφωνοι; Σύμφωνοι; Είναι ένα ποίημα προς τιμή του πυροσβέστη, τίτλος: Η πυρκαγιά.
                                                                 Η ΠΥΡΚΑΓΙΑ
                                                  Οι κουκουνάρες λάμπανε στα δάση.
                                                  Τα δέντρα πήρανε φωτιά.
                                                  Τα κάστρα πήρανε φωτιά,
                                                  φωτιά και τα λιθάρια.
                                                  Τ' αρσενικά πήραν φωτιά,
                                                  Τα θηλυκά πήραν φωτιά
                                                  φλόγες πετούν τα ψάρια,
                                                  φωτιά αρπάξαν τα πουλιά
                                                  φωτιά αρπάξαν τα νερά,
                                                  φωτιά κι ο ουρανός
                                                  οι στάχτες άρπαξαν φωτιά
                                                  φωτιά και ο καπνός,
                                                  πήραν φωτιά και πυρκαγιά
                                                  νέοι, γέροι και παιδιά,
                                                  πήραν φωτιά και πυρκαγιά.
              (Τελειώνει το ποίημα καθώς οι Σμιθ τη σπρώχνουν έξω απ' το δωμάτιο.)
            
       Από τη 10η Σκηνή:


...ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΗΣ:... Αφού εσείς δεν μπορείτε να μου πείτε τι ώρα είναι, εμένα σε τρία τέταρτα και δεκάξι δευτερόλεπτα ακριβώς με περιμένει μια πυρκαγιά στην άλλη άκρη της πόλεως. Πρέπει να βιαστώ, αν και η πυρκαγιά είναι ανάξια λόγου...
ΚΥΡΙΑ ΣΜΙΘ: Άραγε τι θα 'ναι; Η πυρκαγιά καμιάς φουφούς;
ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΗΣ: Μακάρι, αλλά δεν το νομίζω Ίσως κανένα αχυράκι θ' αρπάξει φωτιά ή το πολύ καμιά καούρα στομαχιού. Είναι τρεις μέρες που με ειδοποίησαν.
ΚΥΡΙΟΣ ΣΜΙΘ: Αφού είναι έτσι... Θα λυπηθούμε πολύ που θα μας φύγετε.
ΚΥΡΙΑ ΣΜΙΘ: Είσαστε τόσο διασκεδαστικός...
ΚΥΡΙΑ ΜΑΡΤΙΝ: Χάρη σε σας περάσαμε αξέχαστες καρτεσιανές στιγμές...
            (Ο πυροσβέστης προχωρεί προς την έξοδο, σταματά και στρέφεται.)
ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΗΣ: Αλήθεια... καλά που το θυμήθηκα, τι απέγινε με τη φαλακρή τραγουδίστρια; 
                                           (Οι πάντες σιωπούν...δυσφορία.)
ΚΥΡΙΑ ΣΜΙΘ: Χτενίζεται πάντα με τον ίδιο τρόπο!
ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΗΣ: Α! μπράβο. Αφού είναι έτσι, κυρίες και κύριοι, χαίρετε.
ΚΥΡΙΟΣ ΜΑΡΤΙΝ: Καλή τύχη και καλή πυρκαγιά!
ΠΥΡΟΣΒΕΣΤΗΣ: Ας το ελπίσουμε για το καλό της ανθρωπότητας.
(Ο πυροσβέστης φεύγει. Όλοι τον συνοδεύουν μέχρι την έξοδο και ξαναγυρίζουν στη θέση τους.)


   
   "Η φαλακρή τραγουδίστρια" είναι ένα από τα σπουδαιότερα θεατρικά έργα του Ευγένιου Ιονέσκο, του συγγραφέα που μαζί με τους Αρτούρ Αντάμοφ, Ζαν Ζενέ, και Σάμουελ Μπέκετ όρισαν το χαρακτηριστικό για τον 20ό αιώνα "θέατρο του παραλόγου".  Μετά από το σοκ των δύο παγκοσμίων πολέμων, το "θέατρο του παραλόγου'' εξέφρασε την πιο "περίπλοκα διαρθρωμένη εικόνα: μεσαιωνικές δοξασίες που ακόμα ισχύουν, και συνάμα καλύπτονται από τον ορθολογισμό του ΙΗ' αιώνα και τον Μαρξισμό στο δεύτερο ήμισυ του ΙΘ', κλονίζονται από ξαφνικές ηφαιστειακές εκρήξεις προϊστορικού φανατισμού και πρωτόγονων φυλετικών λατρειών"(βλ. Μάρτιν Έσσλιν,"Το Θέατρο του Παράλογου").
   Κι αν ίσχυαν αυτά το 1945, μπορούμε σήμερα, 65 χρόνια μετά, να ισχυριστούμε ότι ξεπεράστηκαν η κατάπτωση της θρησκευτικής πίστης, η καταφυγή στον εθνικισμό ή σε άλλες ολοκληρωτικές σοφιστείες και η προσφυγή σε πολέμους για την επικράτησή τους ή η υποκατάστασή τους από την τυφλή πίστη στην πρόοδο και στην ανάπτυξη με ό,τι μπορεί να σημαίνει για το παγκόσμιο φυσικό περιβάλλον; Και πώς μπορούσε ο άνθρωπος του 20ου αιώνα να νιώσει ενωμένος μ' αυτόν τον κόσμο και να πιστέψει στην υπόσχεση μιας καλύτερης μελλοντικής, έστω,  πατρίδας; Κι αν δεν μπορούσε να νιώσει τότε ασφαλής πώς μπορεί να νιώσει σήμερα; "Αποκομμένος από τις θρησκευτικές, τις μεταφυσικές κι απροσδιόριστες ρίζες του, ο άνθρωπος είναι χαμένος. Οι πράξεις χάνουν το νόημά τους, γίνονται παράλογες, άχρηστες"(βλ. Μ.Έσσλιν, στο ίδιο).
   Και πριν τον β' παγκόσμιο πόλεμο υπήρξαν συγγραφείς και φιλόσοφοι που επιχείρησαν να εκφράσουν την αίσθησή τους για τη χωρίς νόημα ζωή, για την ανεπάρκεια και την αναξιοπιστία της αγνότητας, των ιδανικών και ενός σκοπού / ωστόσο το έκαναν με μορφή διαυγή, με επιχειρήματα και συλλογισμούς λογικά οικοδομημένα, με λογική διαλεκτική και ανάλυση της γλώσσας που μπορεί να οδηγήσει στην αποκάλυψη βασικών εννοιών (Ανούιγ, Ζιρωντού, Καμύ, Σαλακρού, Σαρτρ). Αντίθετα οι συγγραφείς του Θεάτρου του Παραλόγου εκφράζουν αυτό το καινούριο περιεχόμενο με την εγκατάλειψη κάθε ορθολογιστικής επινόησης κι επαγωγικού συλλογισμού, επιδιώκοντας να πετύχουν μιαν ενότητα ανάμεσα στην υπόθεση και στην μορφή που θα την εκφράσει. Συνεπής δηλαδή η νέα μορφή προς το νέο περιεχόμενο.

   

    Από την 1η Σκηνή της "Φαλακρής Τραγουδίστριας"
  

...ΚΥΡΙΟΣ ΣΜΙΘ, πάντα χωρίς ν' αφήσει την εφημερίδα του: Μπα! Για φαντάσου, γράφει πως πέθανε ο Μπόμπυ Ουάτσον.
ΚΥΡΙΑ ΣΜΙΘ: Ω Θεέ μου, τον κακομοίρη, πότε πέθανε;
ΚΥΡΙΟΣ ΣΜΙΘ: Γιατί τόση κατάπληξη; Δεν είναι κάτι καινούργιο. Πάνε δυο χρόνια που πέθανε. Ξέχασες που εδώ και ενάμιση χρόνο, πήγαμε στην κηδεία του;
ΚΥΡΙΑ ΣΜΙΘ: Δεν το ξέχασα καθόλου. Αμέσως το σκέφτηκα. Απόρησα μάλιστα που σε σένα έκανε τόση κατάπληξη που το διάβασες στην εφημερίδα.
ΚΥΡΙΟΣ ΣΜΙΘ: Δεν το διάβασα στην εφημερίδα. Οι εφημερίδες το γράφανε εδώ και τρία χρόνια. Το θυμήθηκα από συνειρμούς παραστάσεων.
ΚΥΡΙΑ ΣΜΙΘ: Τι κρίμα βαστιότανε τόσο καλά.
ΚΥΡΙΟΣ ΣΜΙΘ: Ήτανε το ωραιότερο πτώμα της Μεγάλης Βρετανίας. Δεν τα 'δειχνε τα χρονάκια του. Καημένε Μπόμπυ! Τέσσερα χρόνια πεθαμένος και ήταν ακόμη ζεστός. Ένα αληθινό ζεστό πτώμα. Και πάντα με το καλαμπούρι στο στόμα!...
ΚΥΡΙΑ ΣΜΙΘ: Η καημένη Μπόμπυ!
ΚΥΡΙΟΣ ΣΜΙΘ: Θέλεις να πεις "Ο" καημένος Μπόμπυ!
ΚΥΡΙΑ ΣΜΙΘ: Όχι, σκεφτόμουν την κακομοίρα τη γυναίκα του. Είχε το ίδιο όνομα με τον Μπόμπυ, Μπόμπυ Ουάτσον. Όπωε είχαν το ίδιο όνομα, όταν τους έβλεπες μαζί δεν κατάφερνες να τους ξεχωρίσεις. Μόνο μετά από το θάνατό του μπόρεσε ο κόσμος πραγματικά να μάθει ποιος ήταν ο ένας και ποιος ήταν ο άλλος. Σε βεβαιώνω πως και σήμερα ακόμα υπάρχουν άνθρωποι που την μπερδεύουν με τον πεθαμένο και νομίζουν πως συλλυπούνται εκείνον!... Την είχες γνωρίσει;
ΚΥΡΙΟΣ ΣΜΙΘ: Την είδα μια φορά, όλως τυχαίως στην κηδεία του Μπόμπυ.
ΚΥΡΙΑ ΣΜΙΘ: Εγώ δεν έτυχε ποτέ μου να τη δω. Είναι όμορφη;
ΚΥΡΙΟΣ ΣΜΙΘ: Έχει κανονικά χαρακτηριστικά κι όμως δεν μπορώ να πω πως είναι όμορφη. Είναι κάπως ψηλή, και αρκετά γεμάτη. Τα χαρακτηριστικά της δεν είναι κανονικά, κι όμως μπορώ να πω πως είναι πολύ όμορφη. Είναι κάπως μικροφτιαγμένη και αρκετά αδύνατη. Είναι δασκάλα του τραγουδιού.
        (Το ρολόι χτυπάει πέντε φορές. Μεγάλη παύση)
ΚΥΡΙΑ ΣΜΙΘ: Και πότε λογαριάζουνε να παντρευτούνε;
ΚΥΡΙΟΣ ΣΜΙΘ: Το αργότερο την άνοιξη... 


"...Το έργο είναι μια επίθεση ενάντια σ' αυτό που ο Ιονέσκο αποκαλούσε "παγκόσμιο μικροαστισμό...προσωποποίηση παραδεδεγμένων ιδεών και συνθημάτων, πανταχού παρόντα κομφορμισμό". Εκείνο που θρηνεί, είναι η ισοπέδωση της ατομικότητας, η μαζική παραδοχή συνθημάτων και ετοιμοπαράδοτων ιδεών, που μεταμορφώνουν όλο και περισσότερο τις μαζικές μας κοινωνίες σε συλλογές από κεντρικώς κατευθυνόμενα αυτόματα..." (Βλ. Μ.Έσσλιν, στο ίδιο)


         ...(Μετά από σύντομη παύση. Το ρολόι χτυπάει δυο φορές)
ΚΥΡΙΑ ΣΜΙΘ: Τι κρίμα η κακομοίρα να χηρέψει τόσο νέα
ΚΥΡΙΟΣ ΣΜΙΘ: Ευτυχώς που δεν είχαν και παιδιά.
ΚΥΡΙΑ ΣΜΙΘ: Μόνο αυτό τους έλειπε, να είχαν κάνει και παιδιά! Δύστυχη γυναίκα, πώς θα τα 'βγαζε πέρα μόνη κι έρημη!
ΚΥΡΙΟΣ ΣΜΙΘ: Πάντως είναι πολύ νέα ακόμα. Μπορεί μια χαρά να ξαναφτιάξει τη ζωή της. Αν και το πένθος της πηγαίνει τρέλα.
ΚΥΡΙΑ ΣΜΙΘ: Να ξαναφτιάξει τη ζωή της και ποιος θα φροντίσει τα παιδιά; Ξέρεις πολύ καλά πως έχουνε ένα αγοράκι κι ένα κοριτσάκι. Μήπως άκουσες πώς τα λένε;
ΚΥΡΙΟΣ ΣΜΙΘ: Όπως και τους γονείς τους, Μπόμπυ και Μπόμπυ. Τώρα, ο θείος του Μπόμπυ Ουάτσον, ο γερο-Μπόμπυ Ουάτσον, που είναι πολύ πλούσιος και έχει μεγάλη αδυναμία στο αγόρι, θα μπορούσε άνετα να αναλάβει τα έξοδα της ανατροφής του Μπόμπυ...
ΚΥΡΙΑ ΣΜΙΘ: Σ' αυτό έχεις δίκιο. Και η θεία του Μπόμπυ Ουάτσον, η γριά Μπόμπυ Ουάτσον θα μπορούσε, με τη σειρά της να αναλάβει τα έξοδα της Μπόμπυ Ουάτσον, της κόρης του Μπόμπυ Ουάτσον. Έτσι η μητέρα του Μπόμπυ Ουάτσον, η Μπόμπυ, θα μπορούσε μια χαρά να ξαναπαντρευτεί. Άκουσες αν ενδιαφέρεται για κανένα;
ΚΥΡΙΟΣ ΣΜΙΘ: Ναι, για κάποιον ξάδελφο του Μπόμπυ Ουάτσον.
ΚΥΡΙΑ ΣΜΙΘ: Ποιον ξάδελφο; Α ναι! Τον Μπόμπυ Ουάτσον. 
ΚΥΡΙΟΣ ΣΜΙΘ: Για ποιον Μπόμπυ μου μιλάς;
ΚΥΡΙΑ ΣΜΙΘ: Μα για τον Μπόμπυ Ουάτσον, τον γιο του γερο-Μπόμπυ Ουάτσον, τον άλλο θείο του μακαρίτη Μπόμπυ Ουάτσον.
ΚΥΡΙΟΣ ΣΜΙΘ: Όχι, κάνεις λάθος, δεν πρόκειται γι' αυτόν. Αυτός που σου λέω εγώ είναι ο Μπόμπυ Ουάτσον, ο γιος της γριάς Μπόμπυ Ουάτσον, της θείας του μακαρίτη Μπόμπυ Ουάτσον,
ΚΥΡΙΑ ΣΜΙΘ: Μα μου μιλάς για τον Μπόμπυ Ουάτσον τον εμποράκο;
ΚΥΡΙΟΣ ΣΜΙΘ:Όλοι οι Μπόμπυ Ουάτσον τον εμποράκο κάνουν.
ΚΥΡΙΑ ΣΜΙΘ: Τι άχαρο επάγγελμα! Κι όμως αφήνει λεφτά με τη σέσουλα.
ΚΥΡΙΟΣ ΣΜΙΘ: Συμφωνώ, όταν δεν υπάρχει συναγωνισμός.
ΚΥΡΙΑ ΣΜΙΘ: Και κάθε πότε δεν υπάρχει συναγωνισμός;
ΚΥΡΙΟΣ ΣΜΙΘ: Κάθε Τρίτη, Πέμπτη και Σάββατο...


"Οι Σμιθ, οι Μάρτιν, δεν μπορούν πια να μιλήσουν γιατί δεν μπορούν πια να σκεφτούν / δε μπορούν πια να σκεφτούν  γ ι α τ ί  δ ε ν  μ π ο ρ ο ύ ν  π ι α  ν α   σ υ γ κ ι ν η θ ο ύ ν, δε μπορούν  πια  ν α  ν ι ώ σ ο υ ν  π ά θ ο ς.  Δεν μπορούν πια να υπάρξουν / μπορεί να "γίνουν" οποιοιδήποτε. οτιδήποτε, γιατί έχοντας χάσει τη δική τους ταυτότητα, ντύνονται την ταυτότητα άλλων... είναι εναλλασσόμενοι" αποσαφηνίζει ο Ιονέσκο, ενώ παρακάτω "Το να νιώσει κανείς τον παραλογισμό του καθημερινού και της γλώσσας - το εσφαλμένο της - είναι σαν να τον έχει κιόλας ξεπεράσει. Για να τον ξεπεράσουμε, πρέπει πρώτα απ' όλα να βουτηχτούμε ως το λαιμό μέσα του. Το κωμικό, είναι το ασυνήθιστο, στην αγνή του κατάσταση / τίποτε δεν είναι για μένα πιο εκπληκτικό από το φτηνό και κοινό, το banal / εδώ, κοντά μας, βρίσκεται το σουρεαλιστικό, έτσι να κάνουμε τ' αγγίζουμε στην καθημερινή μας συζήτηση" (Ιονέσκο - βλ. Μ.Έσσλιν, στο ίδιο).


Από την 4η ΣΚΗΝΗ:


(Ο κύριος και η κυρία Μάρτιν κάθονται ο ένας απέναντι απ' τον άλλο χωρίς να μιλήσουν. Χαμογελούν δειλά. Ο διάλογος που ακολουθεί θα πρέπει να ειπωθεί με φωνή μονότονη, χωρίς διακυμάνσεις, λίγο τραβηχτή και τραγουδιστή.)


 ΚΥΡΙΟΣ ΜΑΡΤΙΝ: Με συγχωρείτε κυρία μου, αλλά, αν δεν κάνω λάθος, μου φαίνεται, πως κάπου σας έχω ξαναδεί.
 ΚΥΡΙΑ ΜΑΡΤΙΝ: Μα και εγώ επίσης κύριε, έχω την εντύπωση, πως κάπου σας έχω ξαναδεί.
  ΚΥΡΙΟΣ ΜΑΡΤΙΝ: Μήπως κατά τύχη, κυρία μου, συναντηθήκαμε στο Μάντσεστερ;
  ΚΥΡΙΑ ΜΑΡΤΙΝ: Καθόλου απίθανο. Εγώ ξέρετε μεγάλωσα στο Μάντσεστερ! Αλλά δε θυμάμαι, κύριε, και καλά, δε θα μπορούσα σίγουρα να σας πω, αν σας συνάντησα στο Μάντσεστερ ή όχι.
  ΚΥΡΙΟΣ ΜΑΡΤΙΝ: Τι περίεργο, Θεέ μου. Και εγώ επίσης, κυρία μου μεγάλωσα στο Μάντσεστερ!
  ΚΥΡΙΑ ΜΑΡΤΙΝ: Τι περίεργο!
  ΚΥΡΙΟΣ ΜΑΡΤΙΝ: Αλήθεια, τι περίεργο!... Μόνο που εγώ, πρέπει να σας πω, κυρία μου, πως έφυγα απ' το Μάντσεστερ περίπου πριν από πέντε εβδομάδες.
  ΚΥΡΙΑ ΜΑΡΤΙΝ: Τι περίεργο! Τι απίθανη σύμπτωση. Κι εγώ επίσης, κύριε, έφυγα απ' το Μάντσεστερ, περίπου πριν από πέντε εβδομάδες.
  ΚΥΡΙΟΣ ΜΑΡΤΙΝ: Ταξίδεψα, κυρία μου, με το πρωινό τρένο της μισής μετά τις οχτώ και έφτασα στο Λονδίνο ένα τέταρτο πριν από τις πέντε το απόγευμα.
 ΚΥΡΙΑ ΜΑΡΤΙΝ: Τι περίεργο! Τι παράξενο! Τι απίθανη σύμπτωση! Κι εγώ, κύριε, ταξίδεψα με το τρένο της ίδιας ώρας,
  ΚΥΡΙΟΣ ΜΑΡΤΙΝ: Τι περίεργο, Θεέ μου! Μα τότε δεν αποκλείεται κυρία μου να συναντηθήκαμε στο τρένο.
  ΚΥΡΙΑ ΜΑΡΤΙΝ: Καθόλου απίθανο, όλα συμβαίνουν, τίποτα δεν αποκλείεται. Στο κάτω-κάτω, γιατί όχι!... Κι όμως κύριέ μου, δεν το θυμάμαι καθόλου!
   ΚΥΡΙΟΣ ΜΑΡΤΙΝ: Ταξίδευα δεύτερη θέση, κυρία μου. Φυσικά δεν υπάρχει πρώτη και δεύτερη θέση στην Αγγλία, αλλά εγώ ταξιδεύω πάντοτε δεύτερη θέση.
   ΚΥΡΙΑ ΜΑΡΤΙΝ: Τι παράξενο! Τι περίεργο! Τι σύμπτωση απίθανη! Κι εγώ επίσης κύριε ταξίδευα δεύτερη θέση.
   ΚΥΡΙΟΣ ΜΑΡΤΙΝ: Τι περίεργο! Ίσως τότε, αγαπητή μου κυρία να συναντηθήκαμε στο βαγόνι της δευτέρας θέσεως.
   ΚΥΡΙΑ ΜΑΡΤΙΝ: Τίποτα δεν αποκλείεται, και μάλιστα είναι πολύ πιθανόν. Αλλά δεν το θυμάμαι και καλά, αγαπητέ μου κύριε!
  
   Λίγο παρακάτω ο κύριος Μάρτιν λέει στην κυρία Μάρτιν το βαγόνι, το διαμέρισμα, το κάθισμα στο τρένο με το οποίο ταξίδεψε, θυμάται ότι ήταν η κυρία που βοήθησε να της ανεβάσει τις βαλίτσες στη σκευοφόρο και σ' όλες τις κουβέντες του η κ.Μάρτιν απαντά "Τι περίεργο και τι απίθανη σύμπτωσις! Είναι πολύ πιθανόν, αγαπητέ μου κύριε! Κι όμως δεν καταφέρνω να σας θυμηθώ." Της ανακοινώνει ότι στο Λονδίνο μένει στην οδό Μπρόμφιλντ, στον αριθμό 19, στο 5ο πάτωμα, διαμέρισμα αριθμ. 8. Η κ.Μάρτιν επιβεβαιώνει τη σύμπτωση της διεύθυνσης, του ορόφου, του διαμερίσματος μέχρι και τη διαρρύθμιση του κοινού τους πλέον σπιτικού. Και ο...  
  
  ΚΥΡΙΟΣ ΜΑΡΤΙΝ: Μα τι παράξενα, περίεργο, τι μυστήριο! Μα τότε, κυρία μου, μένουμε στο ίδιο δωμάτιο και κοιμόμαστε, αγαπητή μου κυρία, στο ίδιο κρεβάτι. Κατά συνέπεια, ίσως να γνωριστήκαμε εκεί.
  ΚΥΡΙΑ ΜΑΡΤΙΝ: Τι περίεργο, τι διαβολική σύμπτωσις! Έχετε δίκιο, το πιο πιθανόν, να γνωριστήκαμε εκεί, δεν αποκλείεται μάλιστα αυτό να 'γινε χτες το βράδυ. Κι όμως αγαπητέ μου κυριε, δε σας θυμάμαι καθόλου.
  ΚΥΡΙΟΣ ΜΑΡΤΙΝ: Έχω ένα κοριτσάκι. Την κορούλα μου που μένει μαζί μου. Είναι δυο χρονών, αγαπητή μου κυρία, ξανθή, με ένα ματάκι κόκκινο και ένα ματάκι άσπρο. Είναι πολύ νόστιμη, αγαπητή μου κυρία, και τη φωνάζω Αλίκη!
  ΚΥΡΙΑ ΜΑΡΤΙΝ: Τι παράξενη σύμπτωσις! Έχω και εγώ σαν και σας μια μικρή κορούλα, είναι δυο χρονών, έχει ένα ματάκι άσπρο και ένα ματάκι κόκκινο, είναι πολύ νόστιμη, και τη φωνάζω επίσης, αγαπητέ μου κύριε, Αλίκη!
  ΚΥΡΙΟΣ ΜΑΡΤΙΝ, με την ίδια τραβηχτή μονότονη φωνή: Μα τι περίεργο, τι σύμπτωσις! Τι μυστήριο! Δεν αποκλείεται να είναι η ίδια, αγαπητή μου κυρία!
  ΚΥΡΙΑ ΜΑΡΤΙΝ: Τι περίεργο! Καθόλου απίθανο, αγαπητέ μου κύριε.
                               (Μεγάλη παύση. Το ρολόι χτυπά είκοσι εννιά φορές.)
  ΚΥΡΙΟΣ ΜΑΡΤΙΝ, αφού για πολλή ώρα μένει σκεφτικός, σηκώνεται αργά και χωρίς να βιαστεί, πλησιάζει την κυρία Μάρτιν, που κατάπληχτη απ' το επίσημο ύφος του κυρίου Μάρτιν, σηκώνεται επίσης πολύ αργά, με την ίδια μονότονη, σπάνια, ελαφρά τραγουδιστή φωνή: Μα τότε, αγαπητή μου κυρία, νομίζω πως δε χωράει αμφιβολία, έχουμε ήδη γνωριστεί και σίγουρα είσαστε η γυναίκα μου... Ελισάβετ, σε ξαναβρήκα!...
       ( Η κυρία Μάρτιν πλησιάζει τον κύριο Μάρτιν χωρίς βιασύνη. Φιλιούνται ανέκφραστα. Το ρολόι χτυπά μια φορά, πολύ δυνατά. Τόσο δυνατά που θα πρέπει να αναπηδήσουν οι θεατές. Στο ζευγάρι Μάρτιν εν τούτοις, δεν κάνει την παραμικρή εντύπωση.)
   ΚΥΡΙΑ ΜΑΡΤΙΝ: Ντόναλντ, αγάπη μου, είσαι εσύ!...
       (Ξανακάθονται στον ίδιο καναπέ, αγκαλιασμένοι και κοιμούνται. Το ρολόι χτυπάει ακόμα αρκετές φορές...)


   Η συνέχεια στο βιβλίο "Η ΠΕΙΝΑ ΚΑΙ Η ΔΙΨΑ" και "Η ΦΑΛΑΚΡΗ ΤΡΑΓΟΥΔΙΣΤΡΙΑ" του Ευγένιου Ιονέσκο (μτφ. Γιώργος Πρωτοπαπάς), εκδόσεις "Δωδώνη".
     Τα δοκιμιακά αποσπάσματα για τη "Φαλακρή Τραγουδίστρια" και τον Ιονέσκο είναι από το βιβλίο του Μάρτιν Έσσλιν "Το Θέατρο του Παράλογου" στην εξαιρετική μετάφραση της Μάγιας Λυμπεροπούλου (εκδόσεις "Θεωρία", 1980)




Βιογραφία του Ευγένιου Ιονέσκο

Ο Ιονέσκο γεννήθηκε στις 26 Νοεμβρίου 1912 στη Σλάτινα της Ρουμανίας από Ρουμάνο πατέρα και Γαλλίδα μητέρα. Πέρασε την παιδική του ηλικία στη Γαλλία, αλλά επέστρεψε στη Ρουμανία με τον πατέρα του το 1925, μετά το διαζύγιο των γονιών του. Μετά τις σπουδές του στο κολλέγιο, σπούδασε Γαλλική λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο του Βουκουρεστίου από το 1928 ως το 1933 και έγινε καθηγητής της γαλλικής γλώσσας.
To 1936 ο Ιονέσκο παντρεύτηκε τη Ροντίκα Μπουριλεάνου. Απέκτησαν μια κόρη κι επέστρεψαν στη Γαλλία το 1938, ώστε ο Ιονέσκο να τελειώσει τη διδακτορική του διατριβή. Το ξέσπασμα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου το 1939 τον βρήκε στη Γαλλία. Παρέμεινε στη Μασσαλία κατά τη διάρκεια του πολέμου και τελικά εγκαταστάθηκε με την οικογένειά του στο Παρίσι μετά την απελευθέρωσή του, το1944.
Ο Ιονέσκο έγινε μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας το 1970 [1], ενώ κέρδισε πολυάριθμα βραβεία και τιμητικές διακρίσεις. Πέθανε στις 29 Μαρτίου 1994.


Συγγραφικό προφίλ

Όπως κι ο Σάμιουελ Μπέκετ, ο Ιονέσκο εμφανίστηκε σχετικά αργά στο θέατρο, καθώς το πρώτο του έργο, "Η Φαλακρή Τραγουδίστρια", γράφτηκε το 1948 και παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1950 με τον αγγλικό τίτλο "The Bald Soprano".


Πρώιμα μονόπρακτα έργα

Τα πρώτα και πιο καινοτόμα έργα του Ιονέσκο ήταν θεατρικά μονόπρακτα: Η Φαλακρή Τραγουδίστρια (1950), Το Μάθημα (1951), Οι Καρέκλες (1952). Τα έργα αυτά εκφράζουν το αίσθημα της αποξένωσης και την αδυναμία και ματαιότητα επικοινωνίας με σουρεαλιστικό και κωμικό τρόπο, παρωδώντας τον κομφορμισμό της αστικής τάξης και τις κοινές θεατρικές φόρμες. Ο Ιονέσκο απεικονίζει έναν αποκτηνωμένο κόσμο με μηχανικούς χαρακτήρες σαν μαριονέτες.


Κύρια περίοδος θεατρικών έργων

Το 1959, παρουσιάζεται το έργο του Δολοφόνος χωρίς αμοιβή, όπου πρωταγωνιστεί για πρώτη φορά ο κεντρικός του ήρωας, Μπερανζέ, ο οποίος εμφανίζεται σε μια σειρά έργων του Ιονέσκο (Ρινόκερος,Ο βασιλιάς πεθαίνειΟ πεζός στον αέρα).
Ο Μπερανζέ αποτελεί μια σχεδόν αυτοβιογραφική φιγούρα, η οποία εκφράζει την απορία και την αγωνία του Ιονέσκο για την παράδοξη πραγματικότητα. Είναι κωμικός κι αφελής, κερδίζοντας έτσι τη συμπάθεια του κοινού. Στο Δολοφόνο χωρίς αμοιβή, συναντά το Θάνατο με τη φιγούρα ενός εκτελεστή. Στο Ρινόκερο, παρατηρεί τους φίλους του να προσβάλλονται από τον ιό της "ρινοκερίτιδας" και να μεταμορφώνονται σε ρινόκεροι, παραμένοντας στο τέλος μόνος ενάντια σε αυτό το κύμα κομφορμισμού. Σε αυτό το έργο, ο Ιονέσκο εκφράζει την απέχθειά του για τον ιδεολογικό κομφορμισμό, εμπνεόμενος από την άνοδο του φασισμού τη δεκαετία του '30. Στο έργο Ο βασιλιάς πεθαίνει, παρουσιάζεται ως ο Βασιλιάς Μπερανζέ Α', μια καθημερινή φιγούρα που παλεύει να συμβιβαστεί με το θάνατό του.


Θεωρητικά έργα

Όπως ο Μπέρναρντ Σω κι ο Μπέρτολτ Μπρεχτ, ο Ιονέσκο συνέβαλε στο θέατρο με διάφορες θεωρητικές μελέτες, κυρίως απόπειρες να διορθώσει τους κριτικούς που είχαν παρεξηγήσει το έργο του κι έτσι επηρέαζαν εσφαλμένα το κοινό.


Εργογραφία


Ποίηση

  • Elegii pentru fiinte mici (1931)


Θεατρικά έργα


Δοκίμια και θεωρητικές μελέτες

  • Nu (1934)
  • Hugoliade (1935)
  • La Tragédie du langage (1958)
  • Expérience du théâtre (1958)
  • Discours sur l'avant-garde (1959)
  • Notes et contre-notes (1962)
  • Fragments of a Journal (1966)
  • Découvertes (1969)
  • Antidotes (1977)


Νουβέλες και ιστορίες

  • La Vase (1956)
  • Le Piéton de l'air (1961)
  • La Photo du colonel (1962)
  • Le Solitaire (1973)


Διασκευές σε όπερα και λιμπρέττα

  • Le Maître (1962)
  • Maximilien Kolbe (1988)


Κι ένα τραγούδι του "Παραλόγου" από τον Διονύση Σαββόπουλο...





ΟΛΑΡΙΑ ΟΛΑΡΑ


Στίχοι: Διονύσης Σαββόπουλος
Μουσική: 
Διονύσης Σαββόπουλος
Πρώτη εκτέλεση: 
Διονύσης Σαββόπουλος


Ολαρί - α, ο λα ρά, χιόνι πέφτει από ψηλά
χιόνι πέφτει και σκεπάζει την αυλή μας, το μυαλό μου φτερουγίζει μακριά
χιόνι πέφτει και σκεπάζει τη σκεπή μας και το άρρωστο σκυλί μας ξεψυχά

Ολαρία - ολαρά, μαύρο τύμπανο χτυπά
τα παιδιά που αγαπούν τα στρατιωτάκια, τ’ αλογάκια και τα ξύλινα σπαθιά
βρικολάκιασαν σε τούτα τα στιχάκια, έλα μέσα και μίλα πιο σιγά

Ολαρία - ολαρά, δάγκωσε με πιο βαθιά
Αχ, ο Όλιβερ Τουίστ χαμογελάει και ο Χίτλερ του χαϊδεύει τα μαλλιά
διαμαντένιο δαχτυλίδι του φοράει και πετούν αγκαλιασμένοι μακριά

Ολαρία - ολαρά, με σουραύλια και βιολιά
θα βρεθούμε όλοι μαζί στο πανηγύρι, θα ‘ναι όλη η παλιά μας συντροφιά
και θα πιούμε από το ίδιο το ποτήρι και την πιο πικρή γουλιά

Ολαρία - ολαρά, γύρω - γύρω τα παιδιά
ο μαρκήσιος Ντε Σαντ μ’ ένα χίπη, ο φονιάς με το θύμα αγκαλιά
ο γραμματέας μαζί με τον αλήτη κι η παρθένα με τον σατανά

Όλα είναι μακρινά κι ευτυχισμένα
και το χιόνι πέφτει από ψηλά
τα ζευγάρια στροβιλίζονται πιο πέρα
κι η κοπέλα μου αστράφτει από χαρά.










Δεν υπάρχουν σχόλια: